Το 87% της αντίληψης του ανθρώπου βασίζεται στη θέα. Η θέα είναι η πηγή των εντυπώσεων, των εσωτερικών διεργασιών και τέλος το αντικείμενο στο οποίο ο άνθρωπος βασίζεται για τη συσσώρευση άπειρων εικόνων στο αθροιστικό του ασυνείδητο. Η διατήρηση και η προαγωγή της ψυχοσωματικής υγείας του ανθρώπου είναι συνάρτηση των οπτικών αποτελεσμάτων κάποιας αρχιτεκτονικής διαχείρισης του τοπίου.
Πρότυπο ιδανικής και ευάρεστης μορφής του τοπίου είναι εκείνη του φυσικού, του αδιατάρακτου και αρχέγονου τοπίου. Για πολλούς λόγους όμως ο άνθρωπος επιδρά, συμμετέχει, ενοχλεί τις διάφορες εσωτερικές δυνάμεις που λειτουργούν σε ένα τοπίο. Από τη στιγμή που η πιο πάνω επίδραση του ανθρώπου είναι αναπόφευκτη, τότε θα πρέπει πρώτα το τοπίο να σχεδιαστεί κατάλληλα και, μετά, να λειτουργήσει. Και ο τέτοιος σχεδιασμός γίνεται όταν είμαστε ενήμεροι για τις δυνάμεις της φύσεως, τις διάφορες μορφές και χαρακτηριστικά, τον παράγοντα ήλιο, τις διευθύνσεις των ανέμων, τη μορφή και χρώμα της πέτρας, των βράχων. Τη μορφή της βλάστησης, τις λίμνες, τους ποταμούς, τα ρυάκια. Αυτά όλα θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και οποιαδήποτε τεχνητή επέμβαση θα πρέπει να ενσωματωθεί και να απορροφηθεί με τα στοιχεία αυτά.
Ο σχεδιασμός ενός κατασκευάσματος στο γραφείο μπορεί να είναι εύκολη δουλειά, η τοποθέτησή του όμως στο ευρύτερο τοπίο είναι δύσκολο και επίπονο έργο. Γιατί θα πρέπει αυτός που θα το τοποθετήσει να βρει το κατάλληλο «αδελφό τοπίο», ή θα το απορρίψει για να σχεδιαστεί άλλο κατασκεύασμα που να συνάδει με το συγκεκριμένο τοπίο. Το δέσιμο του κατασκευάσματος —ανθρώπινη επέμβαση— με το φυσικό τοπίο είναι σημαντικό και υπεύθυνο έργο που πολλές φορές, αν δεν προσεκτεί, θα αποτελέσει την απαρχή της καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος.
Κάθε συγκεκριμένο τοπίο έχει και το δικό του χαρακτήρα και ανάγλυφο. Έχει το δικό του χρώμα, κλίμακα και τόνο. Αυτός ο χαρακτήρας βασίζεται στα αποτελέσματα των γεωλογικών διεργασιών, του κλίματος και στη χρήση της γης κατά τη διάρκεια των περασμένων αιώνων.
Οποιαδήποτε επέμβασή μας θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα προσεκτικής μελέτης του συγκεκριμένου τοπίου σχετικά με τη βλάστηση, τη γεωμορφία, το νερό και τη δομή αυτών των στοιχείων. Εμείς βέβαια μόνο μακροσκοπικά θα βλέπουμε το αποτέλεσμα του συνδυασμού αυτών των ορατών χαρακτηριστικών που είναι η γραμμή, η μορφή, το χρώμα και η υφή (η πλοκή των στοιχείων αυτών).
Τα πιο πάνω στοιχεία συντελούν στο να διαμορφώνουν την παρουσίαση και το χαρακτηριστικό του τοπίου αν είναι πανοραμικό (χωρίς σύνορα και εμπόδια θέας), αισθησιακό (με θέα κάποιο αξιοπρόσεκτο στοιχείο), κλειστό (περικυκλωμένο από γεωμορφικούς σχηματισμούς και από άλλα εμπόδια), εστιακό τοπίο (όταν το βλέμμα του θεατή εστιάζεται σε ορισμένη κατεύθυνση), εστεγασμένο τοπίο (όταν βρίσκεται κάποιος κάτω από τα δένδρα), λεπτομερειακό τοπίο και, τελευταία, το εφήμερο τοπίο που εξαρτάται άμεσα από την εναλλαγή των καιρικών συνθηκών, εποχιακών αλλαγών, και από άλλα στοιχεία που εμφανίζονται για μια μικρή περίοδο και ύστερα εξαφανίζονται.
Μέσα στα πιο πάνω τοπία, όταν προγραμματίζεται κάποια ανθρώπινη επέμβαση είτε για να προστεθεί τεχνητό ξένο στοιχείο είτε έχει σαν αποτέλεσμα τη διατάραξη της υφιστάμενης σύνθεσης με το να αλλοιωθεί κάποιο οικείο φυσικό στοιχείο, τότε θα πρέπει η επέμβαση αυτή να δανειστεί μορφή, χρώμα, γραμμή και δομή από το υφιστάμενο συγκεκριμένο τοπίο. Η ανέγερση ενός πενταόροφου τετράγωνου ξενοδοχείου στην πλαγιά ενός πυκνοφυτεμένου βουνού με καμπυλωτή ορογραφία θα είναι σίγουρα παραφωνία γιατί τα αρχιτεκτονικά σχέδια δεν δανείστηκαν γραμμή, δομή και μορφή από το υφιστάμενο τοπίο. Η εγκατάσταση μιας ορθογώνιας πινακίδας δίπλα σε δέντρα με μορφή πυραμίδας είναι λάθος γιατί η πιο πάνω επέμβαση δεν δανείστηκε μορφή και γραμμή από το υπάρχον τοπίο.
Τα πιο πάνω τέσσερα στοιχεία (χρώμα, μορφή, γραμμή και υφή) είναι παρόντα σε κάθε τοπίο. Εξασκούν όμως στο θεατή διαφορετικό οπτικό επηρεασμό. Πάνω στην οπτική επικράτηση των στοιχείων αυτών επιδρούν έξι βασικές αρχές: αντίθεση, σειρά, άξονες, σύγκληση, συγκυριαρχία και πλαισίωση. Οι αρχές αυτές είναι πολύ σημαντικές, γιατί, μελετώντας και χρησιμοποιώντας αυτές, μπορεί εύκολα να αναλυθεί ο χαρακτήρας του τοπίου και η οπτική επίδραση που θα έχει οποιαδήποτε ανθρώπινη επέμβαση.
Οι διαφορές δημιουργούν την αντίθεση που, με τη σειρά της, επιφέρει τη μορφή της αντίληψης εφ’ όσο τα στοιχεία είναι ορατά. Έτσι, η κάθε επέμβασή μας για να μη είναι ορατή θα πρέπει να προσεχτεί, ή και πολλές φορές να αποκλειστεί η πιθανότητα να δημιουργηθεί αντίθεση.
Η σειρά της γραμμής, του χρώματος, της μορφής και της υφής δημιουργεί ευχάριστο και ενδιαφέρον τοπίο. Η συστηματική επανάληψη ενός στοιχείου μέσα σε καθορισμένα και μελετημένα πλαίσια προάγει την εσωτερική ευαρέσκεια και διάθεση. Απεναντίας η διακοπή της επανάληψης και η παρεμβολή στοιχείου με άλλη γραμμή, μορφή κλπ. δημιουργεί οπτική διάχυση και σύγχυση εικόνας. Η εγκατάσταση δενδροστοιχιών και στις δυο πλευρές ενός δρόμου με το ίδιο είδος δέντρου, π.χ. λεύκης, προάγει εξαιρετικά το οπτικό τοπίο. Η επίστρωση ενός μονοπατιού που οδηγεί σε ένα ύψωμα με διάφορα χωματουργικά υλικά, ζημιώνει το τοπίο. Η περίφραξη μιας έπαυλης με στοιχεία χωρίς σειρά πάλι ζημιώνει την αισθητική αξία του τοπίου. Έτσι, όταν επιθυμούμε να δοθεί έμφαση σε κάποιο οπτικό τοπίο θα πρέπει να υπάρχει σειρά χρώματος, γραμμής, μορφής και υφής.
Θα πρέπει να προσέξουμε ορισμένα σημεία του τοπίου, που, λόγω της θέσεώς τους, η μορφή, το χρώμα, η γραμμή και η υφή συγκλίνουν και έτσι τα σημεία αυτά είναι πολύ ευαίσθητα σε οποιαδήποτε επέμβασή μας.
Μερικοί μεταβλητοί παράγοντες όπως είναι η κίνηση, το φως, οι ατμοσφαιρικές συνθήκες, οι εποχές, η απόσταση, η θέση του παρατηρητή, η κλίμακα και ο χρόνος επηρεάζουν τα τέσσερα επικρατούντα στοιχεία με αποτέλεσμα να αναγνωρίζουμε και χαρακτηρίζουμε μερικούς χώρους του τοπίου ως πολύ ευαίσθητους, πράγμα που σημαίνει ότι οποιαδήποτε ανθρώπινη ενέργεια ή επέμβαση θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτική και συντηρητική.
Ο αρχιτέκτονας του τοπίου, ανάλογα με την κατηγορία του συγκεκριμένου τοπίου, το σημείο ευαισθησίας και την οπτική απόσταση, θα πρέπει να προχωρήσει σε εκείνα τα διαχειριστικά σχέδια και μέτρα ώστε με την επέμβαση το τοπίο να διατηρηθεί, προστατευτεί, τονιστεί, αποκατασταθεί ή ενισχυθεί. Η επιπόλαιη και η χωρίς μελέτη επέμβαση, είναι σίγουρο ότι θα συντελέσει στο να καταστραφεί ή μεταβληθεί η φυσικότητα του τοπίου.
Τελευταία, πολύς θόρυβος γίνεται για το φυσικό περιβάλλον και το τοπίο, καθώς και για τις συνέπειες κάποιας διατάραξης. Ο κάθε ένας όμως έχει δική του γνώμη και κρίση για το τι είναι φυσικό και αδιατάρακτο περιβάλλον. Πολλές φορές ο περιβαλλοντισμός ξεφεύγει από τα πλαίσια της ουσίας, της αντικειμενικότητας και της επιστημονικής μεθοδολογίας και γίνεται μονολιθική άρνηση και η άρνηση καλλιεργείται και διατηρείται. Θα ήταν ηλίθιος αυτός που θα πρότεινε την ολοκληρωτικά αρνητική στάση απέναντι στις βιομηχανικές δυνατότητες που προσφέρει η εξωσωματική εξέλιξη του ανθρώπου. Η ανθρωπότητα δεν μπορεί να γυρίσει στην παραδείσια κατάσταση των συλλεκτικών ή ακόμα των ποιμενικών κοινωνιών αλλά ούτε σε μια κατάσταση στασιμότητας ή μηδενικής ανάπτυξης (κάτι που οραματιζόταν ο Πλάτωνας για τη Δημοκρατία του, αργότερα ο ΤζώνΣτούαρτ Μιλλ και στις μέρες μας ο Κένεθ Μπόνλντινγκ). Δεν αμφιβάλλει κανένας ότι οι πιο σημαντικοί παράγοντες για την περιβαλλοντική καταστροφή υπήρξαν η πληθυσμιακή αύξηση, η αστικοποίηση, η οικονομική ανάπτυξη με την εκβιομηχάνιση και τεχνολογική εξέλιξη με την έλλειψη οικονομικών κινήτρων για την προστασία του περιβάλλοντος. Χρειάζεται μια καινούργια συμμαχία με τη φύση. Ένας αλληλοσεβασμός, μια αλληλοκατανόηση.
Οι φωνές των πολλών περιβαλλοντιστών, είτε σαν μόδα είτε σαν ουσία, μπορούν να βοηθήσουν τους ειδικούς στην επιτυχία του έργου τους, γιατί ένα τοπίο και η διαχείρισή του δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα της δυναμικής των φυσικών αιτίων, αλλά και των κοινωνικοπολιτικών συστημάτων της κάθε χώρας. Και τούτο γιατί το τοπίο δεν παύει από του να είναι «γη» που στη περίπτωσή μας περιγράφεται και τη βλέπουμε σύμφωνα με τα φυσιογραφικά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά της. Έτσι ο ερασιτεχνικός περιβαλλοντισμός σαν μόδα γίνεται πίεση και απαίτηση προς ορισμένη διαχείριση του τοπίου. Η κατεύθυνση αυτή είναι ορθή αν η φιλοσοφία των περιβαλλοντιστών ταυτίζεται ή κινείται παράλληλα ή ακολουθεί κατά πόδας τις επιστημονικές απόψεις των ειδικών για την αρχιτεκτονική διαχείριση του τοπίου.
Ο αρχιτέκτονας τοπίου είναι εκείνος που έχει την επιστημονική γνώση για το τρόπο διαχείρισης του φυσικού περιβάλλοντος. Κατέχει την τέχνη να συσχετίζει και συνδυάζει τη γνώση της φύσης, των οικοσυστημάτων, των μεμονωμένων στοιχείων και των συνόλων, μαζί με τα στοιχεία της αρμονίας και του ωραίου.
(Δημοσιεύτηκε την Παρασκευή 24 Ιουνίου 1988 στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, Αριθμός: 10449, Λευκωσία – Κύπρος, σελ. 6.)
Ο τουρισμός σαν όρος —περιήγηση από τόπο σε τόπο για αναψυχή— άρχισε να γίνεται γνωστός και να υλοποιείται η έννοιά του, όταν ο άνθρωπος θέλησε έντονα να γνωρίσει τον κόσμο και γενικά το κάθε τι που υπήρχε έξω από το δικό του τοπικό περιβάλλον. Η τοπικιστική προσήλωση αντικαταστάθηκε με την αναζήτηση αναψυχής και αλλαγής. Η περιέργεια του ανθρώπου, η θέλησή του να μάθει περισσότερα και η ευχέρεια που του έδινε ο βαθμός του βιοτικού επιπέδου μαζί και η τελειοποίηση των μέσων συγκοινωνίας, τον έκαναν να ξεχυθεί στους δρόμους σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη της γης.
Φυσιολογικά οι πρώτοι άνθρωποι που δέχτηκαν αυτούς τους τουρίστες χάρηκαν, γιατί τους δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσουν κάποιους άλλους ανθρώπους με άλλα ήθη και έθιμα, διαφορετική νοοτροπία, νέα πράγματα της χώρας προέλευσης των περιηγητών και σαν αντάλλαγμα τούς πρόσφεραν φιλοξενία.
Υπήρχε αρχικά το πάρε-δώσε, χωρίς να υπάρχει κανένα πρόβλημα αλλοτρίωσης των ηθών και εθίμων και του χαρακτήρα τους. Ο μεγαλύτερος όμως αριθμός τουριστών και η μεγαλύτερη χρονική διάρκεια παραμονής συνέτειναν στο να αλλάξει αυτή η «αθώα» τακτική και οι περιηγητές να επιζητούν τουριστικές υποδομές και ο γηγενής πληθυσμός να επιζητά το ξένο συνάλλαγμα όλο και πιο πολύ, όπως ο αχόρταγος μινώταυρος της αρχαίας Κρήτης.
Τότε ακριβώς άρχισε το υπόθεμα να εμβολιάζεται και το δένδρο να παράγει ξαφνικά άλλου είδους φρούτα: ο γηγενής πληθυσμός να δημιουργεί υποδομές με στόχο να προσφέρουν άνεση, καλοπέραση και γενικά όλες εκείνες τις προϋποθέσεις για εξάσκηση του συνήθους τρόπου ζωής των τουριστών. Το χειρότερο όμως προσπάθησε να δώσει πρόσφορο έδαφος —αλλοπρόσαλλες υποδομές στα περιστασιακά καπρίτσια της αναψυχής. Ας μην ξεχνούμε ότι αυτό είναι και φυσιολογικό. Κατά τη διάρκεια του χρόνου, επωμισμένοι με χίλια δυο προβλήματα, είμαστε όλοι «κουμπωμένοι» και συνεσταλμένοι. Οι λίγες μέρες της ξεκούρασης —θερινές διακοπές— και μάλιστα μακριά από το γνωστό οικείο περιβάλλον, η ζωή είναι εντελώς διαφορετική. Ο βαθμός του εκτροχιασμού της καθημερινότητας και του πνεύματος εξαρτάται βέβαια από τις αποκρυσταλλωμένες τοποθετήσεις και τον χαρακτήρα του κάθε ατόμου. Η ζωή όμως των διακοπών δεν παύει να είναι ξέφρενη, ανέμελη και πολλές φορές η συμπεριφορά να αποθρασύνεται.
Το σύνολο των τουριστικών δραστηριοτήτων που εκφράζονται κατά τη διάρκεια των διακοπών, αποτελούν ένα ιδιόμορφο τρόπο ζωής που ικανοποιείται με υποδομές τέτοιας δομής και υφής που επηρεάζουν το φυσικό περιβάλλον και το ανθρώπινο περιβάλλον.
Η αλλοτρίωση
Οι επιπτώσεις τού τουριστικού ρεύματος καταπονούν το περιβάλλον, αρχίζοντας από το έδαφος και σε συνέχεια καταστρέφοντας όλα τα φυσικά στοιχεία που υπάρχουν στην επιφάνειά του. Οι περιηγητές μαζί με το ξένο συνάλλαγμα μεταφέρουν και τα ήθη της χώρας τους, τον τρόπο σκέψης και τον τρόπο φερσίματος. Αρχίζει τότε και η αλλοτρίωση του χαρακτήρα του γηγενούς πληθυσμού. Η επικοινωνία είναι αμφίδρομη και η αλλοτρίωση μονομερής και μονόδρομη, με νικητή τον ξένο επισκέπτη. Όσα έκτισε η ιστορία, οι παραδόσεις, το τοπικό σφρίγος, κινδυνεύουν να παραποιηθούν και να εξαφανιστούν με τρόπο ύπουλο και μέσα δελεαστικά.
Η συνεχής επικονίαση των ανθέων της πατρίδας από τα έντομα του τουρισμού δημιούργησαν πολυποίκιλα χρώματα που επηρεάζουν και αυξάνουν τη μυωπία των ματιών μας. Στο πανηγύρι του ξεπουλήματος εννοιολογικά και φραστικά, της γης και του χρώματος της πατρίδας, λαμβάνει μέρος και το νησί μας, με πολύχρωμο μικρό περίπτερο χωρίς επιτηρητή.
Το κυπριακό περιβάλλον πάνω στο οποίο βρίσκονται τώρα όλες οι τουριστικές υποδομές δεν είναι πια εκείνο που δημιούργησε η φύση και η ιστορία του νησιού μας. Η προσπάθεια ικανοποίησης των απαιτήσεων που πηγάζουν από το τουριστικό ρεύμα και η ανάγκη συσσώρευσης ξένου συναλλάγματος που είναι χρήσιμο και ανορθωτικό για το αχαλίνωτο βιοτικό επίπεδο του Κύπριου πολίτη, στάθηκαν οι κυριότεροι παράγοντες καταστροφής του περιβάλλοντος κατά μήκος των παραλιών του νησιού μας. Η αλλοτρίωση των πάντων είναι πια γεγονός. Η αποξένωση από την κυπριακή φυσιογνωμία του χώρου, κοντά στις παραλιακές ζώνες, δημιούργησε νέες καταστάσεις στον τρόπο σκέψης και προβλήματα επιβίωσης και εγκλιματισμού των ηλικιωμένων κατοίκων. Εκεί που άλλοτε υπήρχαν τα κυπριακά στοιχεία του περιβάλλοντος, σήμερα κάτι άλλο υπάρχει που είναι ξένο στην οπτική εικόνα και ξενόφερτο στη λειτουργικότητα.
Εκδιώχθηκαν τα δένδρα εκείνα που κοσμούσαν τα χωράφια και τις ρεματιές, αποσύρθηκαν τα αιγοπρόβατα που αμέριμνα κάποτε έβοσκαν στα παραλιακά λιβάδια και μαζί ο παραδοσιακός βοσκός, ο οποίος καθόταν στον ίσκιο κάποιου δένδρου ή στο ξέφωτο κάποιας γεωμορφικής έξαρσης για καλύτερη επίβλεψη. Αυτή η μαγευτική εικόνα δεν υπάρχει πια. Αυτή η ζωγραφιά μόνο στους παλαιούς ζωγραφικούς πίνακες υπάρχει. Εκτοπίστηκαν και αυτοί βέβαια από τη μοντέρνα αφηρημένη τέχνη και το σουρεαλισμό. Πάντως από τα σπίτια μας αφαιρέθηκαν οι πίνακες αυτοί για το λόγο ότι δεν είναι ζωγραφισμένοι με ανέμελες αφηρημένες πινελιές —άσχετα αν δεν τους καταλαβαίνουμε— συνάδουν όμως με το σημερινό οικιακό περιβάλλον και την τωρινή μοντέρνα θεώρηση.
Δείγματα ευμάρειας και αρχοντοχωριατισμού. Αποτέλεσμα της ανόδου τού κατ’ ευφημισμό λεγομένου «βιοτικού επιπέδου» που δυστυχώς και συνήθως μετριέται τόσα δολάρια κατά κεφαλή και όχι τόσο μυαλό στο κεφάλι. Και αυτά τα δολάρια επενδύονται όλα στην ύλη χάριν της ύλης και όχι —τουλάχιστον μέρος— στην πνευματική συγκρότηση του ανθρώπου.
Το κυπριακό περιβάλλον για λόγους εξέτασης μπορεί να διαιρεθεί ανάλογα από τον τουριστικό επηρεασμό σε τρεις ζώνες. Τη ζώνη που εκτείνεται κατά μήκος των παραλιών, το παραλιακό περιβάλλον, τη ζώνη που περιλαμβάνει όλα τα χωριά της υπαίθρου, υπαίθριο περιβάλλον, και τελευταία τη ζώνη που καλύπτει τα παραδασόβια χωριά και όλα τα συμπαγή δάση μας, το δασικό περιβάλλον.
Η μεγαλύτερη καταπόνηση
Τη μεγαλύτερη καταπόνηση από τον τουρισμό έχει το παραλιακό περιβάλλον. Ο θερινός τουρισμός έχει πρώτιστα σαν στοιχείο προσέλκυσης τη θάλασσα. Όλα τα κτίσματα και όλες οι υπηρεσίες τοποθετήθηκαν με τέτοιο τρόπο και κατά μήκος των παραλιών για να παρέχουν άμεσα και γρήγορα τις διευκολύνσεις για κάρπωση του στοιχείου αυτού. Για επίτευξη του σκοπού αυτού αρχικά κόπηκαν όλα τα δένδρα και αφαιρέθηκε γενικά όλη η βλάστηση που υπήρχε σε ένα μεγάλο πλάτος από τη θάλασσα προς τα ενδότερα της παραλιακής ζώνης. Όλα τα κτίσματα της ιδιωτικής περιουσίας βαφτίστηκαν σαν τουριστική ζώνη πράγμα που επέτρεψε στους ιδιοκτήτες να σκέφτονται επιχειρησιακά και να τα εκμεταλλεύονται τουριστικά. Τα παραθαλάσσια περβόλια ολοένα και εκριζώνονται μαζί και τα κυπαρίσσια που αποτελούν άριστους φράκτες των οπωροφόρων δένδρων. Οι δρύες και οι τρέμιθοι κόπηκαν και συνεχίζονται να κόβονται για αποκάλυψη της γης. Οι ετήσιες καλλιέργειες που έδιδαν μια ξεχωριστή όψη και νότα με την πράσινη ομορφιά και τα λογής - λογής αγριολούλουδα, παπαρούνες, άγριες μαργαρίτες και άλλα, είτε σαν ζιζάνια είτε σαν δαντέλες στα κράσπεδα των χωραφιών, τώρα δεν υπάρχουν.
Όλες οι γεωμορφικές μικροεξάρσεις και οι βράχινοι σχηματισμοί αντιμετώπισαν χωρίς μάχη τις μπουλντόζες που ισοπέδωναν και βάθυναν τη γήινη επιφάνεια. Τα ρυάκια και τα κοιλώματα έσβησαν. Όλα τα χαρακτηριστικά σημεία του χωμάτινου παραγωγικού μανδύα της περιοχής έφυγαν μια για πάντα γιατί έπρεπε κάθε σπιθαμή γης να εκμεταλλευτεί χάριν του τουρισμού και της ατομικής ευμάρειας.
Αφού έγινε η πλήρης αποκάλυψη και η παραποίηση της αρχικής φυσιογνωμίας της περιοχής, σαν μανιτάρια ξεφύτρωσαν τα ξενοδοχεία, εστιατόρια, διαμερίσματα, καφεστιατόρια, δισκοθήκες, δρόμοι, πεζόδρομοι, ποδηλατόδρομοι και σύγχρονα ποικιλοεθνικά χωριά. Αυτά όλα τοποθετήθηκαν σε διαμορφωμένη επιφάνεια ενώ έπρεπε να διατηρηθεί η αρχική φυσιογνωμία του τοπίου και τα κτίσματα με δέος και προσοχή να συμπληρώσουν και τελειοποιήσουν την οπτική εικόνα και όχι να την παραποιήσουν και αποξενώσουν από το μητρικό αρχέτυπο. Η τυχόν δικαιολογία ότι αυτή η μεθοδολογία ενδείκνυται γιατί επηρεάζει και ενοχλεί μικρή έκταση γης, ενώ με κάποια διαφορετική πολιτική —την προσπάθεια διασποράς των κτισμάτων σε μεγαλύτερη έκταση γης— θα είχε σαν αποτέλεσμα να επηρεαστεί μεγαλύτερη επιφάνεια, ίσως να είναι μια κοντόφθαλμη και βραχυπρόθεσμη θεώρηση. Η τουριστική ανάπτυξη συνεχίζεται και θα συνεχιστεί επιδρώντας και επηρεάζοντας συνεχώς νέες εκτάσεις βραχυπρόθεσμα αλλά και μακροπρόθεσμα για ικανοποίηση μελλοντικών τουριστικών ρευμάτων. Εξάλλου, πρώτιστα πρέπει να υπάρχει μέριμνα εκεί που κατοικούν στη δεδομένη εποχή άνθρωποι, όπου το περιβάλλον αυτό είναι η καθημερινή οπτική εικόνα. Είναι τραγελαφική οφθαλμαπάτη να πιστεύεται ότι νιαζόμαστε και για τους σημερινούς ανθρώπους, ακολουθώτας την πιο πάνω χωροταξική πολιτική.
Η τουριστική επίδραση στην ίδια ζώνη ήταν επόμενο να επεκταθεί και στις χαλίτικες εκτάσεις που δέσποζαν εδώ και χρόνια της παραλίας. Την ίδια τύχη έχουν και τα δασύλλια, ομάδες δένδρων, δενδροστοιχίες, νησίδες πρασίνου, οι ιδιοκτήτες των οποίων είναι το κράτος, η εκκλησία και οι διάφοροι σύνδεσμοι ιδιωτικού δικαίου. Η ιδιωτική γη αφιερώθηκε στην τουριστική εκμετάλλευση ενώ αυτές οι εκτάσεις δέχθηκαν και δέχονται ισχυρή πίεση για παραχώρησή τους στην ιδιωτική χρήση δημόσιας ωφέλειας όπως, για την ανέγερση σχολείων, εκκλησιών, νοσοκομείων, γηπέδων, στρατοπέδων, διαχωρισμό οικοπέδων, επέκταση αεροδρομίων κ.ά.
Φαίνεται καθαρά ότι δεν υπάρχουν στη σημερινή εποχή δωρητές ιδιωτικών εκτάσεων είτε προς το κράτος είτε προς την εκκλησία όπως άλλοτε, για κατασκευή αυτών των κοινωφελών έργων.
Η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος στην παραλιακή ζώνη συντελείται με γρήγορο ρυθμό και οι επιχειρηματικές αποφάσεις εκτελούνται με καταπληκτική ταχύτητα. Το παραλιακό περιβάλλον παίρνει διάφορες εξελικτικές προς το χειρότερο μορφές και ο χαρακτήρας του απομακρύνεται σταδιακά και ανεπιστρεπτί από την τοπική και γνώριμη φυσιογνωμία. Ένα άλλο πρωτόγνωρο περιβάλλον δημιουργείται, που καμία σχέση έχει με το ανάγλυφο των χωμάτων της πατρίδας μας και με τις ρίζες μας. Η ψυχή του κατοίκου, αν και αυτός ο ίδιος ευθύνεται —μέσα βέβαια σε μια υφιστάμενη κατάσταση όπου δεν μπορεί να αντιδράσει αποτελεσματικά— καταπλακώνεται από αυτή τη συνισταμένη εικόνα και πέφτει σε αργό μαρασμό. Η μόνη λύση που απομένει είναι η φυγή. Η εγκατάλειψη του γηγενούς πληθυσμού συντελείται όχι ανεπαίσθητα αλλά παραστατικά και επιδεικτικά στις μέρες μας. Παράδειγμα η φυγή της οικογένειας από την Αγία Νάπα, όπου υπήρξε κάποτε προσπάθεια των προγόνων μας να ριζώσουν και που για να σωθεί το μέρος από τους πειρατές και επιδρομείς, άλλαξαν την ονομασία του Παναγία σε Αγία Νάπα. Η εγκατάλειψη της οικογενειακής κατοικίας από την Κάτω Πάφο, το μέρος όπου οι αρχαιότητες —πειστήρια τεκμήρια της ιστορίας μας— στέκονται αναλλοίωτες στο χρόνο. Στο ίδιο μέρος άλλοτε οι πρόγονοί μας πολέμησαν με ασπίδα τα φρούρια και με πείσμα, για προστασία της φυσιογνωμίας του χώρου και των γηγενών κτισμάτων του αρχαίου πολιτισμού. Σήμερα νόμιμοι επιδρομείς και καμουφλαρισμένοι πειρατές κατέλαβαν τους χώρους αυτούς και οι γηγενείς κάτοικοι αφού πρώτα τους έκτισαν μοντέρνα καταλύματα, τρέπονται τώρα αυτοί οι ίδιοι σε φυγή. Η αλλαγή της φυσιογνωμίας του τοπίου, η ξενόφερτη συμπεριφορά, οι ρυθμοί και γενικά η ηχορύπανση απέβησαν οι ισχυροί διώκτες μιας ήρεμης ολιγαρκούς ζωής.
Στην ύπαιθρο
Στη δεύτερη ζώνη, στο υπαίθριο περιβάλλον, η τουριστική πίεση είναι σε μικρότερο βαθμό. Η πίεση που εξασκείται εδώ προέρχεται από τους μεγαλοεπιχειρηματίες και τα διάφορα «εστέιτς» που αγόρασαν και αγοράζουν κατωφέρειες, βουνοπλαγιές και υψώματα χωρίς βέβαια να εξασκείται ακόμη ουσιαστική καταστροφή στο περιβάλλον. Η πιο πάνω αγοραστική πίεση είναι σε μεγαλύτερο βαθμό στις παρυφές της πρώτης ζώνης.
Ο τουρισμός στο υπαίθριο αυτό περιβάλλον επιδρά έμμεσα με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου και την ανάγκη του Κύπριου πολίτη να κτίσει δεύτερη κατοικία, ή εξοχικό σπίτι, ή έπαυλη κάπου στην εξοχή. Η επιστροφή αυτή του γηγενούς κατοίκου από τα αστικά κέντρα στην ύπαιθρο πιστεύω θα πραγματοποιηθεί πολύ σύντομα, αλλά θα είναι εποχιακή και ευκαιριακή η επάνδρωση των καταλυμάτων αυτών, ανάλογα πάντοτε με την ευθυγράμμιση και διαπλάτυνση των αγροτικών συγκοινωνιακών δρόμων και συνάρτηση του βιοτικού επιπέδου. Δειλά παρατηρείται κάποια προσπάθεια πώλησης κατοικιών σε αλλοδαπούς στα διάφορα χωριά και συντήρηση παλαιών σπιτιών από ιδιοκτήτες αστούς. Στα μεγάλα χωριά κτίζονται και δημιουργούνται μερικές εγκαταστάσεις, διαμερίσματα και εστιατόρια για εξυπηρέτηση των διερχόμενων τουριστών. Προς το παρόν όμως η πίεση είναι εξασθενημένη και πρέπει από τώρα να γίνει ορθολογιστικός προγραμματισμός για προσεκτική εκμετάλλευση μελλοντικά των υφιστάμενων εγκαταλελειμμένων χωριών, χωρίς να επιτραπεί να δομηθεί το φυσικό υπαίθριο περιβάλλον.
Το υπαίθριο περιβάλλον είναι, λόγω της βλάστησης και της ορογραφίας, σίγουρα πολύ ευαίσθητος χώρος. Πρέπει τώρα, που είναι νωρίς, να προσεκτεί και να διαφυλακτεί με σύνεση και λογική σαν κόρη οφθαλμού. Οποιαδήποτε ανεξέλεγκτη ανάπτυξη θα έχει σοβαρές επιπτώσεις, όχι μόνο στην οπτική εικόνα, αλλά και στην οικολογία του τόπου, στον υδρονομικό διακανονισμό των ομβρίων και υπογείων νερών, στον εξαφανισμό παραδοσιακών δένδρων και στην αλλαγή του μικροκλίματος. Η ιστορία, οι παραδόσεις και οι θρύλοι της υπαίθρου και γενικά η μεγάλη κληρονομιά που φυλάσσεται και διατηρείται στη μνήμη κάθε γενιάς, είναι τόσο γιγαντιαία και πάντοτε ζωντανή που κάνει όλες τις σύγχρονες αστικές ανέσεις να μειονεκτούν και οι άνθρωποι των πόλεων να σέβονται και να προσκυνούν με ευλάβεια αυτή την άλλοτε ανθρωπογενήτρα γη. Με την τυχόν αποξένωση από το υπαίθριο περιβάλλον, λόγω τουριστικής ανάπτυξης και τελικά καταστροφής του, σίγουρα το μόνο που μας απομένει είναι να καθόμαστε στα ερείπια των έργων μας και να κλαίμε αυτοτιμωρούμενοι. Στα παιδιά μας όμως αν δεν αντέχουν τη δουλεία κάτω από τους νόμιμους πειρατές, να τους δώσουμε τουλάχιστον το δικαίωμα και την ευκαιρία να εγκαταλείψουν το νησί, συνωστισμένοι σε κάποια γωνιά της γης για να μη νιώθουν ξένοι στη δική τους πατρίδα. Επωμιζόμαστε ευθύνες λοιπόν για να προφυλάξουμε το υπαίθριο περιβάλλον και να βοηθήσουμε συστηματικά στο να δημιουργηθεί η φυσιολατρική συνείδηση στα παιδιά μας, με σκοπό να υπάρχει η συνέχεια του φόβου μιας πιθανής απώλειας.
Η τρίτη ζώνη αποτελείται από εκτάσεις που βρίσκονται περιμετρικά της οροθετικής του δάσους και από τα δασοκαλυμμένα βουνά μας. Το δασικό αυτό περιβάλλον παραμένει συνήθως αναλλοίωτο στο χρόνο και καμία άμεση επίδραση του τουρισμού επιδρά στα στοιχεία που το συνθέτουν. Παρατηρείται μια αύξηση του αριθμού των επισκεπτών οι οποίοι διέρχονται μέσα από τα δάση στην προσπάθειά τους να γνωρίσουν και τα ενδότερα του νησιού, αφού βέβαια χαρούν πρώτα αχόρταγα τον ήλιο και τη θάλασσα. Επίσης τελευταία παρουσιάστηκε αύξηση και του αριθμού των Κυπρίων επισκεπτών (εγχώριος δασικός τουρισμός) οι οποίοι αφιερώνουν μερικές μέρες για αναψυχή μέσα στα δάση. Αυτό είναι αποτέλεσμα και της αύξησης του βιοτικού επιπέδου που συνέβαλε το συνάλλαγμα του τουρισμού (περισσότερα χρήματα στην αναψυχή, δεύτερο αυτοκίνητο, αγορά κατάλληλου αυτοκινήτου κλπ.).
Το δασικό περιβάλλον είναι το φυσικό καύχημα κάθε χώρας. Είναι ένα κομμάτι γης γεμάτο σφρίγος και ζωή όπου τα στοιχεία της φύσης εργάζονται αθόρυβα και ακατάπαυστα με ασήμαντα κόστη και οι καρποί που παράγονται δίνονται ατελώς σε όλους τους ανθρώπους. Τα δάση της Κύπρου που βρίσκονται στο κέντρο του νησιού στέκονται εκεί αγέρωχα, μαγική παρακαταθήκη της φύσης και κληροδότημα των πατέρων μας. Οποιαδήποτε πίεση στο δασικό περιβάλλον πρέπει πρώτα να διέρχεται από τα επιστημονικά κανάλια των ειδικών και από τις καρδιές και τα στήθη των υγιώς σκεπτόμενων κατοίκων. Η ευαίσθητη αυτή ζώνη όχι μόνο δεν πρέπει να επιτρέψουμε να επηρεαστεί από τον τουρισμό αλλά και πρέπει οι κάτοικοι να την περιφρουρούν από οποιουσδήποτε άλλους εξωγενείς κινδύνους. Κάποια αμυδρή μελλοντική πρόβλεψη για δημιουργία δασικού τουρισμού, εφ’ όσο βέβαια κορεστεί στο παραλιακό περιβάλλον, πρέπει να μας προβληματίζει και ταυτόχρονα να μας φοβίζει.
Σε αυτή την περίπτωση η πίεση για εκχώρηση δασικής γης θα είναι μεγάλη και επιθετική κάτω από το μανδύα της ανάγκης για συσσώρευση ξένου συναλλάγματος, και την ικανοποίηση των τουριστικών απαιτήσεων και παροχής ψηλού επιπέδου υπηρεσιών τύπου καζίνου, γκολφ, κλπ.
Πρέπει να προσέξουμε πολύ γιατί τα δάση μας έχουν όλες τις φυσικές υποδομές και πλεονεκτήματα που ίσως κάποτε βγουν στην επιφάνεια της σκέψης αυτών που επηρεάζουν καταστάσεις και δοθούν δελεαστικά ανταλλάγματα για την τουριστική εκμετάλλευσή τους. Τα δάση μας βρίσκονται κοντά στη θάλασσα, έχουν ανοικτοσύνη, χαρακτηριστική ορογραφία, απρόσκοπτη θέα κλπ. Γι’ αυτά τα ξεχωριστά στοιχεία των δασών μας έγινε ανάλυση σε άλλο κείμενο με θέμα «οι ιδιαιτερότητες των κυπριακών δασών».
Ο τουρισμός είναι μια πηγή ευάλωτη και πολύ ευαίσθητη που ανορθώνει την οικονομία αλλά ταυτόχρονα επηρεάζει δυσμενώς τη φυσιογνωμία του κυπριακού φυσικού περιβάλλοντος. Με ορθολογιστικές και μακροπρόθεσμες μελέτες σίγουρα ο τουρισμός και το φυσικό περιβάλλον μπορούν να συνυπάρξουν μέσα σε μια καινούργια θεώρηση. Ο μικρός αριθμός τουριστών, ψηλού εισοδηματικού επιπέδου, κατανεμημένος καθ’ όλη την περίοδο του χρόνου και με διαμονή σε άλλου είδους υποδομές (αγροτουρισμός, εκμετάλλευση των εγκαταλελειμμένων σπιτιών), πιστεύεται να είναι ένα μέτρο που βοηθά στην προσπάθεια να προστατευτεί το φυσικό περιβάλλον και δεν μπορεί να αλλοτριώσει το χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία του κυπριακού χώρου.
Η Κύπρος, λόγω του ότι είναι νησί με μικρή έκταση, όλα της τα στοιχεία, θάλασσα, δάσος, ύπαιθρος, φως και ήλιος συνυπάρχουν σχεδόν χωρίς οριακούς περιορισμούς και σύνορα και μπορεί κάποιος να τα απολαύσει την ίδια μέρα. Με αυτή τη διαπίστωση, όταν σκεφτόμαστε την τουριστική ανάπτυξη πρέπει οι τουριστικές ζώνες να μετατραπούν σε τουριστικούς χώρους που επιλεκτικά να είναι διανεμημένοι σε υφιστάμενα κτίσματα και δομημένους ήδη χώρους σε όλη την κυπριακή επικράτεια. Η γεωργική γη, το χώμα που γεννά, θα πρέπει να μην αχρηστεύεται για πάντα, αλλά να φυλάσσεται σαν καρποφόρο κεφάλαιο και αποθησαυριστική παρακαταθήκη που θα μας ξελασπώσει σε δύσκολους χρόνους «ισχνών αγελάδων».
Το κυπριακό φυσικό περιβάλλον σίγουρα καταπονήθηκε ξαφνικά στα πρώτα στάδια της τουριστοθύελλας. Ευτυχώς που περιορίστηκε ο επηρεασμός στην παραλιακή ζώνη και ευτυχώς που τώρα η ευαισθητοποίηση σε θέματα περιβάλλοντος στον κυπριακό χώρο είναι μεγάλη. Η αύξηση και η επέκταση της ευαισθητοποίησης αυτής σίγουρα θα προστατεύσει το φυσικό περιβάλλον της παραλιακής ζώνης που απέμεινε ακόμη ανέπαφο, θα περιφρουρήσει την υπαίθρια ζώνη και οπωσδήποτε θα αμυνθεί και θα προφυλάξει τη δασική ζώνη σαν κόρη οφθαλμού.
(Δημοσιεύτηκε σε δύο μέρη στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, Λευκωσία – Κύπρος. Το πρώτο μέρος δημοσιεύτηκε την Τρίτη 13 Αυγούστου 1991, σελ. 1, 4 και το δεύτερο μέρος την Τετάρτη 14 Αυγούστου 1991, σελ. 1, 4.)
Η γνωριμία μας με τα παντοειδή χαρακτηριστικά της εδαφικής επικράτειας πάνω στην οποία ζούμε, είναι βασική προϋπόθεση για την ενσυνείδητη αγάπη μας προς την πατρίδα. Όσο κανείς μελετά και παρατηρεί το βάθος της ιστορικοπολιτιστικής κουλτούρας και το ύψος των φυσικών χαρισμάτων που έχει ένας τόπος, τόσο δένεται μαζί του και γίνεται σωστός υπερασπιστής του.
Η πατρίδα μας εκτός από τα ωραία, μεσογειακού τύπου δάση που συγκεντρώνονται στην οροσειρά του Τροόδους και σε άλλες διάσπαρτες γωνιές, από τη θάλασσα μέχρι τα βουνά, έχει και τους θαμνότοπους που καταλαμβάνουν ένα πολύ μεγάλο εκατοστιαίο ποσοστό των χερσαίων κυπριακών οικοσυστημάτων. Η πιο πάνω μορφή βλάστησης επικρατεί σε όλα σχεδόν τα εδάφη εκτός βέβαια από τα αργιλλώδη, τα καλλιεργήσιμα και εκείνα που η μοίρα και η λαίλαπα της φωτιάς έταξαν να είναι καρβουνιασμένα κάθε χρόνο. Γενικά όλες τις επικλινείς περιοχές, ακατάλληλες για οποιοδήποτε άλλο σκοπό, η φύση προνόησε να καλύψει με αξιόλογους από κάθε άποψη θάμνους. Οι θαμνότοποι αυτοί απαντώνται μεμονωμένοι σαν μικρές νησίδες ανάμεσα σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις, είναι συνεχόμενοι σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές και σε άλλες άγονες εδαφικές εξάρσεις. Βέβαια οι θαμνώνες αυτοί εμφανίζονται και σε δασοσκεπείς εκτάσεις καταλαμβάνοντας θέση υπορόφου. Οι θαμνότοποι ανήκουν ιδιοκτησιακά σε διάφορους ιδιώτες, συνεταιρισμούς και στο κράτος (χαλίτικα).
Οι θαμνότοποι από φυτοκοινωνικής άποψης είναι πρότυπο εξελικτικής σύγκλισης. Είναι ένα αποτέλεσμα ανθρωπογενών βιολειτουργιών που επεσυνέβησαν κατά τη μακραίωνη αλλαγή της χρήσης της γης. Οι επεμβάσεις αυτές διαμέσου της κυπριακής ιστορίας επηρέασαν τις τότε δασοσκεπείς περιοχές και τις υποβάθμισαν σε ανθρωπογενή οικοσυστήματα θάμνων. Σε περιόδους αγροτικής πληθυσμιακής έκρηξης, έντονης γεωργικής εκμετάλλευσης και υπερβόσκησης (πέραν του βαθμού της βοσκοϊκανότητας) οι θαμνότοποι λιγόστευαν, ενώ το αντίθετο συνέβαινε σε χρόνια πληθυσμιακής ύφεσης και αγροτικής παρακμής. Η τελευταία μακρά περίοδος της αγροτικής ύφεσης, επέτρεψε στα οικοσυστήματα αυτά να οδεύσουν προς μια εξελικτική ισορροπία. Η ανθρωπογενής αυτή ισορροπία συνέτεινε στο να δημιουργηθεί βιολογική ποικιλότητα στη δομή και στη φυσιογνωμία των θαμνοτόπων, ειδικά στις περιοχές που σταμάτησε η βόσκηση και οι πυρκαγιές.
Γενικά οι θαμνότοποι (περιοχές που είναι κατάφυτες από αυτοφυείς θάμνους), δημιουργούν από φυτοκοινωνικής άποψης διαπλάσεις ανάλογα με το γεωγραφικό μήκος και πλάτος (οικολογική θεώρηση). Οι θαμνώνες της Κύπρου (όπως και όλοι που εμφανίζονται στην παραμεσογειακή ζώνη) υπάγονται στη φυτοδιάπλαση των σκληροφύλλων θάμνων (ξηρόφυλλοι θάμνοι, φρύγανα και τη μακία βλάστηση) (Garique και Maquis).
Στις πιο πάνω φυτοκοινότητες συγκαταλέγονται πολλά είδη όπως η σπατσιά, το μαζί, ο ασπάλαθος, η ξυσταριά, το ρασί, η σχινιά, η τρεμιθιά, το θρουμπί, ο άρκευθος, η μερσινιά, η περνιά, η χρυσοξυλιά, η στερατσιά, το ρούδι, το άρτιπλεξ, η καπαριά, η κονναρκά, ο ατζουλόβατος, η ρίγανη και πολλά άλλα. Τα είδη αυτά, όταν καλύπτουν πολλά μαζί μια περιοχή, τότε δημιουργούν μεγαλύτερο βαθμό σταθερότητας στο οικοσύστημα, ενώ σε περιοχές όπου κυριαρχεί μόνο ένα είδος η ισορροπία είναι ευάλωτη.
Η συγκυριαρχία πολλών ειδών όχι μόνο αποτρέπει τη διατάραξη της οικολογικής ισορροπίας σε ένα οικοσύστημα, αλλά και επανορθώνεται αυτό γρήγορα, σε περίπτωση κάποιας εξωτερικής καταστροφικής επίδρασης (ασθένεια, βόσκηση κλπ.). Η βιολογική ποικιλότητα είναι πάντα επιθυμητή (ως αποτέλεσμα προστασίας) και ο φαινότυπος της φυτοκοινωνίας αντικατοπτρίζει άριστα την ισορροπία του οικοσυστήματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η βλάστηση που παρατηρείται στις ελεγχόμενες από τις αγγλικές βάσεις περιοχές της Επισκοπής και του Ακρωτηρίου. Άλλοτε στις εκτάσεις αυτές λόγω επανειλημμένων πυρκαγιών και εντατικής βόσκησης, το οικοσύστημα οδηγείτο σε πλήρη κατάρρευση. Σήμερα λόγω προστασίας υπάρχει μια εξελικτική πορεία της σταθερότητας στο εκεί οικοσύστημα με όλα τα ορατά και αόρατα αποτελέσματα. Το αντίθετο βέβαια παρατηρείται σε μερικούς χώρους του Ακάμα όπου οι πιο πάνω βάσεις τους ερημοποίησαν και τους μετέτρεψαν σε σεληνιακά τοπία.
Οι κλιματοεδαφικοί παράγοντες
Τα θαμνικά οικοσυστήματα όσον αφορά τη δομική και φυσιογνωμική τους κατάσταση, εξαρτώνται από τους κλιματοεδαφικούς παράγοντες που επικρατούν σε ένα τόπο. Οι θαμνότοποι υφίστανται κάθε χρόνο φυσικές και ανθρωπογενείς επιπτώσεις όπως ξηρασίες, πυρκαγιές, υπερβόσκηση κλπ. και γι’ αυτό το λόγο αναπτύσσουν βιολογικούς μηχανισμούς προσαρμογής ως αποτέλεσμα συγκεκριμένης στρατηγικής επιβίωσης. Αυτοί οι μηχανισμοί είναι ο διμορφισμός των φύλλων, η αειφυλλία - σκληροφυλλία, η αποθήκευση αποθησαυριστικών ουσιών, η ποσότητα και ποιότητα των σπόρων, η φωτοσύνθεση καθόλη τη διάρκεια του χρόνου, τα δερματώδη μικρά φύλλα για μείωση της διαπνοής, η ενισχυμένη στρώση εφυμενίδας, η κατασκευή καταφρακτικών κυττάρων για κάλυψη των στομάτων, οι κηρώδεις ουσίες και το ρίξιμο των φύλλων κατά τη θερινή περίοδο.
Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και γενικά της ξηρής περιόδου (σε παρατεταμένες ξηρασίες), οι θαμνότοποι με τις πιο πάνω στρατηγικές επιβίωσης που έχουν αναπτύξει, καταφέρνουν να επιζήσουν μέχρι τον ερχομό ευνοϊκών κλιματικών συνθηκών, οπότε ζωντανεύει το οικοσύστημα και το σφρίγος αυτό αντικατοπτρίζεται με το πρασίνισμα της περιοχής και τη διακίνηση μυριάδων εντόμων και πολλών άλλων ειδών της πανίδας.
Πολλοί οι κίνδυνοι
Πρέπει να πούμε ότι οι κυπριακοί θαμνότοποι είναι έρμαια των πολλών κινδύνων και στερούνται οποιουδήποτε διαχειριστικού σχεδιασμού. Η αναγωγή των θαμνοτόπων σε μονοκαλλιέργειες —αναδάσωσή τους με ένα είδος— όπως και εύνοιά τους για να διατηρήσουν την υφιστάμενη φυτικοινωνική κλίμακα, είναι πράξη που δεν πρέπει να επιδιώκεται. Η επιθυμητή κατάσταση των θαμνοτόπων είναι εκείνη που αντιπροσωπεύει τη συνισταμένη πολλών παραγόντων βιολογικής, οικολογικής, αισθητικής και κοινωνικοπολιτιστικής άποψης. Ο βαθμός της βιολογικής ποικιλότητας συνεπάγεται το βαθμό της οικολογικής ισορροπίας, επάναγκες πλεονέκτημα ενός θαμνότοπου για τη διηνεκή και διαχρονική παραγωγή προϊόντων ψηλής ποιότητας.
Οι διαχειριστικές απόψεις γύρω από τους κυπριακούς θαμνότοπους πρέπει να συγκλίνουν στην ανάγκη αύξησης της βιολογικής τους παραγωγικότητας με σκοπό την αριστοποίηση των αισθητικών αξιών του τοπίου, την προστασία των εδαφών από τον κίνδυνο της διάβρωσης, τη χρήση τους ως βιοτόπων θηραματικών ζώων, την αύξηση της παραγωγής νερού, την παραγωγή διαφόρων καρπών, φαρμάκων, αρωμάτων και το σπουδαιότερο τη βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος.
O Nevech (1970) προτείνει το διαχωρισμό των μεσογειακών θαμνoτόπων σε τρεις κατηγορίες ανάλογα με τη χρήση τους. Σε φυσικά αποθέματα, σε φυσικά αισθητικά πάρκα - χώρους αναψυχής και σε οικονομικούς θαμνώνες. Στο παρόν κείμενο δεν θα ασχοληθώ με ανάλυση των κατηγοριών αυτών ούτε θα αναπτύξω τις ωφέλειες - προϊόντα που προσφέρουν οι θαμνότοποι της Κύπρου. Αυτό μπορεί να γίνει σε κάποια άλλη ευκαιρία. Εκείνο όμως που θα ήθελα να τονίσω είναι η διαπίστωση της άγνοιας και της σύγχυσης γύρω από την αξία και τη χρησιμότητα των θαμνώνων.
Στην Κύπρο κατά τη δεκαετία του 1950, ακόμη και πριν, υπήρχε μια σταδιακή υποβάθμιση των θαμνοτόπων ως αποτέλεσμα τριών βασικών αιτιών. Η τρομακτική καυσοξύλευση από τους κατοίκους των ορεινών, των ημιορεινών ακόμη και των πεδινών περιοχών, για τις θερμαντικές και άλλες οικιακές ανάγκες, η αλόγιστη υπερβόσκηση και οι εκχερσώσεις επικλινών εδαφών για γεωργικούς σκοπούς.
Τα τελευταία χρόνια η κάθοδος του αγροτοπληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα, η επιλογή άλλων οικονομικών πόρων, η αλλαγή των συνηθειών, η δυσκολία μηχανοποίησης γεωργικών εργασιών, οι τεχνικές δυσκολίες άρδευσης των περιοχών αυτών, η εμφάνιση νέων επαγγελμάτων κλπ., συνέτειναν δραστικά στο να παραμείνει η ύπαιθρος ανενόχλητη και να αρχίσει έτσι μια ανοδική πορεία της αύξησης της φυτομάζας, του αριθμού των ειδών, της ποσότητας αυτών και να συμπληρωθούν τα διάκενα με κάθε λογής βλάστηση.
Οι πυρκαγιές
Σήμερα όμως παρά τη μείωση των ανθρώπινων επεμβάσεων στην ύπαιθρο, άρχισε να παρατηρείται μια σταδιακή υποβάθμιση των θαμνώνων και μια αντίστροφη πορεία της εξελικτικής ισορροπίας. Η σημαντική αυτή μείωση των θαμνώνων στην κυπριακή ύπαιθρο οφείλεται στην ανάπτυξη (δρόμοι τεσσάρων λωρίδων, οικοπεδοποίηση), εκχερσώσεις. Η φοβερή όμως αλλοίωση της φυσιογνωμίας των θαμνoτόπων προέρχεται από τις έντονες και συχνές πυρκαγιές. Κάθε καλοκαίρι η ατμόσφαιρα της Κύπρου καλύπτεται από σύννεφα καπνών που δημιουργούνται από τις ανεξέλεγκτες πυρκαγιές των πολλών συνήθως τετραγωνικών χιλιομέτρων. Είναι παράδοξο ίσως σε πολλούς, αλλά εξηγήσιμο στους ειδικούς, το φαινόμενο να παρατηρούνται πυρκαγιές στους ίδιους ακριβώς θαμνότοπους, με αποτέλεσμα αυτοί να οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια στην ερημοποίηση και πλήρη καταστροφή.
Ολέθρια η συχνότητα πυρκαγιών
Η επιστημονική έρευνα στον κλάδο της πυρολογίας σε συνάρτηση με τους οικότοπους, προειδοποιεί ότι περιοχές οι οποίες καίονται περισσότερο από μία φορά μέσα στα 80 συνεχή χρόνια τότε αυτές οδηγούνται στη πλήρη καταστροφή. Τι άραγε να συνυπολογίσουμε στη δική μας περίπτωση που πυρκαγιές καίουν τις ίδιες περιοχές κάθε χρόνο; Η συχνότητα με την οποία καίεται ένας θαμνότοπος προδικάζει το βαθμό της καταστροφικής του πορείας χωρίς δυστυχώς να γίνεται αυτό αντιληπτό από τους πολλούς. Οι τρομερές συνέπειες τέτοιας υποβάθμισης φαίνονται πολύ καθαρά σε περιοχές της παραμεσόγειας λεκάνης, που άλλοτε ήταν καλυμμένες με βλάστηση και σήμερα τις διακρίνει η γύμνια και η ξέρα. Η υποβάθμιση είναι σταδιακή με τη μείωση της βιομάζας ανά τετραγωνικό μέτρο γης, τη μείωση του αριθμού των ειδών (φτωχαίνει ο τόπος σε είδη), την εξαφάνιση των διαφόρων ειδών της πανίδας, την παράσυρση του εδάφους και τέλος την εμφάνιση απογυμνωμένων πετρωμάτων που θα χάσκουν σε ένα νησί με τόσο καυτερό ήλιο και τόσο έντονο φως.
Με την καταστροφική αυτή πορεία των χερσαίων υπαίθριων οικοσυστημάτων και με δεδομένη την προστασία των δασικών, τελικά το νησί μας θα έχει οπτική ασυναρτησία σαν κρανίου τόπος με μια τούφα βλάστηση στο κέντρο και γύρω η γύμνια να προδίδει την ανθρώπινη στενοκεφαλιά. Η τρομακτική αυτή οπτική εικόνα θα είναι τόσο μονότονη που θα πιέζει ασφυκτικά τα στήθια των κατοίκων του τόπου μας.
Επιτακτικά και προληπτικά λοιπόν, πρέπει να δοθεί η κατάλληλη σημασία στους θαμνώνες που ντύνουν ποικιλόμορφα την κυπριακή γη και κρύβουν τόσες αξίες για την πατρίδα και την ανθρώπινη ζωή.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος καταστροφής των θαμνοτόπων, όπως είδαμε, είναι οι πυρκαγιές, γι’ αυτό πρέπει να εκμαιεύσουμε τη μεθοδολογία εκείνη με την οποία θα τις προλαμβάνει και καταστέλλει άμεσα και γρήγορα και όχι να παραμένουμε νερώνιοι θεατές άπρακτοι στην πρακτική που συνήθως ακολουθείται.
Οι θαμνώνες αποτελούν την περιμετρική συνέχεια των δασικών φυτοκοινωνιών που απλώνονται διάσπαρτοι μέχρι τις κυπριακές ακτές. Λειτουργούν ως φυσικοί αποδέκτες της χλωρίδας και πανίδας, αριστοποιούν την αισθητική εμφάνιση του τοπίου, αποτρέπουν την παράσυρση του εδάφους, προσφέρουν προϊόντα οικονομικής αξίας και γενικά με την προστασία τους επιτυγχάνεται η εξελικτική ισορροπία των χερσαίων οικοσυστημάτων της Κύπρου.
(Δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 1993 στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, Αριθμός: 12318, Λευκωσία – Κύπρος, σελ. 1, 8.)
Η εικόνα της βλάστησης που καθημερινά συμπληρώνει το σκηνικό της ζωής είναι μια ορατή πλευρά του κόσμου μας. Γι’ αυτή τη ζωγραφιά ασχολήθηκαν αρκετοί άνθρωποι των γραμμάτων και της τέχνης και η ζωντανή μεταβλητότητά της συνέτεινε να εξυμνηθεί η φύση και ο δημιουργός της. Ο ειδικός επιστήμονας, όμως, δεν αρκείται στα υπερμακροσκοπικά χαρακτηριστικά της βλάστησης αλλά υπεισέρχεται στις σχέσεις και αλληλοεπιδράσεις των διαφόρων στοιχείων της, εξετάζει τη δομική του ξύλου (ανατομία) και τη λειτουργική του σημασία με αποτέλεσμα να διακρίνει και αυτός μέσα από την πιο πάνω τεχνική την πανσοφία του Δημιουργού ή την ύπαρξη του υπέρτατου Νου.
Το ξύλο των δέντρων αποτελεί την πρώτη ύλη χιλιάδων παραγώγων και έχει τη σπουδαία ιδιότητα να είναι ανανεώσιμο φυσικό υλικό σε αντίθεση με το πετρέλαιο που τα αποθέματά του εξαντλούνται χρόνο με το χρόνο. Το ξύλο ήταν το υλικό εκείνο που πρωτοχρησιμοποίησε ο άνθρωπος για να κατασκευάσει τα όπλα του, την κατοικία του και να ανάψει φωτιά για τις ανάγκες του (θέρμανση, φωτισμός και ψήσιμο φαγητού). Η διαχρονική του αξία υπήρξε πάντοτε σημαντική και προκαθοριστική στη δημιουργία πολιτισμού, πολιτιστικής παράδοσης και οικονομικής ανάπτυξης. Η αναφορά του στους αρχαίους συγγραφείς (Όμηρος) «πῦρ δ' ἀπὸ λαμπτήρων χαμάδις βάλον, ἄλλα δ' ἐπ' αὐτῶν νήησαν ξύλα πολλά, φόως ἔμεν ἠδὲ θέρεσθαι» (Οδύσσεια τ΄ 63-64) και στην Αγία Γραφή «καὶ ἡ ναῦς Χιρὰμ ἡ αἴρουσα τὸ χρυσίον ἐκ Σουφὶρ ἤνεγκε ξύλα πελεκητὰ πολλὰ σφόδρα καὶ λίθον τίμιον» (Π.Δ. Βασιλειών Γ΄ κεφ. ι΄ 11) και κάπου αλλού «καὶ ἐποίησεν ὁ βασιλεὺς τὰ ξύλα τὰ πελεκητὰ ὑποστηρίγματα τοῦ οἴκου Κυρίου καὶ τοῦ οἴκου τοῦ βασιλέως καὶ νάβλας καὶ κινύρας τοῖς ᾠδοῖς· οὐκ ἐληλύθει τοιαῦτα ξύλα ἀπελέκητα ἐπὶ τῆς γῆς, οὐδὲ ὤφθησάν που ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης» (Π.Δ. Βασιλειών Γ΄ κεφ. ι΄ 12), δεν είναι τυχαία. Το ξύλο δέσποζε στις ανθρώπινες δραστηριότητες και αντιπροσώπευε την «ύλη» που συντηρούσε και αύξανε τον πολιτισμό και ταυτόχρονα τροφοδοτούσε τη φιλοσοφική σκέψη με ερεθίσματα για την αναζήτηση της αιτίας και του αιτιατού στην όλη προσπάθεια ερμηνείας της βλαστητικής δημιουργίας.
Η αξία και χρησιμότητα του ξύλου άρχισε να αποκτά πρακτική εφαρμογή, με την εμφάνιση του ανθρώπου, αρχικά σαν υλικού σωματικής επιβίωσης και στη συνέχεια μέχρι τις μέρες μας σαν στοιχείου οικονομικής και πνευματικής ανέλιξης. Η παραγωγή οικονομικών και ευγενών προϊόντων όπως φάρμακα, εκρηκτικές ύλες, ζωοτροφές, συγκολλητικές ουσίες, καουτσιούκ, χαρτί, μουσικά όργανα και πολλά άλλα είναι μερικά δείγματα που προέχονται από το ξύλο.
Πρέπει να τονιστεί ότι η παραγωγή προϊόντων από το ξύλο και γενικά από τα διάφορα μέρη του δέντρου είναι απεριόριστη και πολυποίκιλη και αυτή εξαρτάται από την ανάπτυξη της τεχνολογίας και της επιστήμης γύρω από την πληρέστερη εκμετάλλευση της βλάστησης γενικότερα. Η έρευνα και η γνώση του ξύλου από μηχανικής και χημικής πλευράς είναι ελλειπής, πράγμα που κάμνει τον άνθρωπο να ελπίζει ότι πολλά προβλήματά του ίσως με το χρόνο βρουν λύση σε κάποιο παράγωγό του. Και τούτο γιατί τα δέντρα και γενικά η βλαστητική μορφή είναι ζωντανοί οργανισμοί, ανανεώσιμοι που δημιουργήθηκαν πριν από την εμφάνιση του ανθρώπου ακριβώς για να τον εξυπηρετούν συντηρώντας ό,τι πολυτιμότερο έχει, τη ζωή. Στον προσδιορισμό του χρόνου και της σκοπιμότητας που δημιουργήθηκε η βλάστηση δεν είναι ανάγκη βέβαια να αναφέρουμε ότι θρησκεία και επιστήμη συμφωνούν. Σήμερα, η ύπαρξη του δέντρου και το «σκεπτικό» της δημιουργίας του, συντείνουν στο να γαληνεύει η ψυχή του ανθρώπου μπροστά στο γενικότερο φόβο της εξάντλησης των φυσικών πόρων της γης, πράγμα που μπορεί να συμβεί με άλλους, όπως διάφορα μεταλλεύματα, πετρέλαιο κλπ. Η διατήρηση του πράσινου αυτού φυσικού πόρου εξαρτάται εξ ολοκλήρου από τη φύση με βοηθό τον άνθρωπο ενώ μερικών άλλων πόρων από τα αποθέματα που ήδη υπάρχουν στη γήινη σφαίρα.
Η παραγωγή του ξύλου, που σαν θαύμα συντελείται, από ζωντανά κατασκευάσματα που δημιουργούνται από μικροσκοπικούς σπόρους, έχει σαν βάση τις ανεξάντλητες πηγές του φωτός, της ηλιακής ενέργειας και τα πλούσια ανόργανα συστατικά του εδάφους. Το θαύμα γίνεται περισσότερο εντυπωσιακό αν η παρατήρηση υπεισέλθει στο εσωτερικό του ξύλου, όπου εκεί ένας μικρόκοσμος λεπτομερειακής πρόνοιας εργάζεται ακατάπαυστα στο σχηματισμό της συνολικής εικόνας της βλάστησης που εμείς σε τελευταία ανάλυση, με γυμνό μάτι βλέπουμε.
Η εμφάνιση του ξύλου εξαρτάται από τον τρόπο που θα γίνει η τομή (εγκάρσια, ακτινική και εφαπτομενική). Στην εγκάρσια διακρίνονται τρία σημαντικά μέρη του ξύλου ο φλοιός, η ξύλινη μάζα και η εντεριώνη. Το σχήμα, μέγεθος και χρώμα του κάθε μέρους εξαρτάται από το είδος του δέντρου από το οποίο προέρχεται το ξύλο (π.χ. η εντεριώνη της οξυάς έχει σχήμα τριγωνικό, του δρυ αστεριωειδές, του σφενδάμνου ελλειψοειδές και της καρυδιάς κυκλικό).
Οι αυξητικοί δακτύλιοι
Στην εικόνα μιας εγκάρσιας τομής ξύλου, χαρακτηριστικό γνώρισμα είναι οι ομόκεντροι κύκλοι που λέγονται αυξητικοί δακτύλιοι. Κάθε αυξητικός δακτύλιος είναι η ετήσια προσαύξηση που εναποτίθεται γύρω γύρω στην περιφέρεια του κορμού. Η λεπτομερειακή δομή δακτυλίου έχει ξεχωριστά χαρακτηριστικά σε κάθε είδος δέντρου ή θάμνου όπως ακριβώς τα δακτυλικά αποτυπώματα κάθε ανθρώπου. Με βάση αυτές τις ιδιαίτερες λεπτομέρειες έχει διευρυνθεί η ξυλοδιαγνωστική η οποία βοήθησε και βοηθά το εμπόριο, τις βιομηχανίες ξύλου, την τέχνη, την αρχαιολογία, τη γεωλογία, τη γυρεολογία, την παλαιομετεωρολογία, τη δεντροχρονολογία, την εγκλιματολογία κλπ. Η αναγνώριση του είδους κάποιου θάμνου ή δέντρου μπορεί εύκολα να γίνει από ένα μόνο σπίρτο ή από λιγοστή ξυλόσκονη ή από άλλες υπερμικροσκοπικές λεπτομέρειες. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό πόσο μεγάλη πρακτική εφαρμογή έχει η δομή του ξύλου στις διάφορες δραστηριότητες του ανθρώπου και με πόση λεπτομέρεια η φύση εργάστηκε για την κατασκευή τόσων μικροσκοπικών χαρακτηριστικών.
Το υλικό του ξύλου αποτελείται από μικρές μονάδες που λέγονται κύτταρα και τα οποία υπολογίζονται σε 500 εκατομμύρια σε κάθε τετραγωνικό εκατοστόμετρο. Η ανακάλυψη των κυττάρων στο ξύλο έγινε από τον Hook ο οποίος το 1665 παρατήρησε με το οπτικό μικροσκόπιο για πρώτη φορά τα κύτταρα του φελλού. Παλαιότερα οι διάφοροι φιλόσοφοι και αρχαίοι φυσιοδίφες με τη διαίσθηση που τους διέκρινε στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν τα δρώμενα γύρω τους, μίλησαν για φλέβες, καρδιά, σωλήνες κλπ. ως αόρατα όργανα του ξύλου.
Τα κύτταρα συγκροτούν τους ιστούς του ξύλου και ανάλογα με τη λειτουργία που επιτελούν, διακρίνονται σε τραχείδες (αξονικές και ακτινικές), παρεγχυματικά, ίνες και μέλη αγγείων. Εύκολα κάποιος μπορεί, χρησιμοποιώντας υπερμικροσκόπιο, να εξακριβώσει την προέλευση των κυττάρων (από κωνοφόρα ή πλατύφυλλα) βασιζόμενος στο μέγεθος και στην πολυποικιλότητα της εμφάνισής τους (στα κωνοφόρα τα κύτταρα είναι μεγάλα και σωληνοειδή ενώ στα πλατύφυλλα μικρά και με διάφορα σχήματα). Όλα τα κύτταρα έχουν αξονική διάταξη, παράλληλα προς το μήκος του κορμού, σχηματίζοντας παράλληλους ιστούς, πράγμα που γίνεται αντιληπτό στην πρακτική, με την ευκολία που σχίζεται ένα κομμάτι κορμού με εφαπτομενική ή αξονική τομή.
Ένα τεράστιο σε μέγεθος δέντρο με επιβλητικούς κλάδους και ολοπράσινα φύλλα σίγουρα δημιουργεί εντύπωση για τη ζωντάνια, τη μακροβιότητά του και το σφρίγος του. Το μικροσκόπιο όμως μας αποκαλύπτει ότι το μεγαλύτερο μέρος της μάζας του δέντρου είναι νεκρό. Τα κύτταρα ζουν και πεθαίνουν μέσα σε 2-3 βδομάδες, χάνοντας τον πυρήνα και το πρωτόπλασμά τους. Έτσι για την ευθύνη της ζωής επωμίζονται λίγα μόνο κύτταρα που βρίσκονται μεταξύ του φλοιού και του ξύλου (κάμβιο), στην κορυφή του δέντρου, των κλάδων και της ρίζας και τα οποία πολλαπλασιαζόμενα διατηρούν το δέντρο στη ζωή (έστω και αν είναι κουφαλιασμένο). Ζωντανά κύτταρα είναι και αυτά που συγκροτούν τα φύλλα τα οποία επιτελούν ένα αξιοθαύμαστο έργο, μετατρέποντας τα ανόργανα συστατικά του εδάφους και το διοξείδιο του άνθρακα της ατμόσφαιρας σε οργανικές ουσίες και σε οξυγόνο, στοιχεία τόσο σημαντικά για την ανάπτυξη της βλάστησης και τη διαβίωση του ανθρώπου.
Στα τοιχώματα και στις κοιλότητες των κυττάρων εναποτίθενται διάφορα εκχυλίσματα όπως ρητίνη, κόμμεα, ταννίνες, έλαια, λίπη, σάκχαρα κλπ., ουσίες που είναι αναγκαίες για τη μηχανική στήριξη των δέντρων και χρήσιμες στην τεχνολογία που ευκολύνουν τη ζωή και ανεβάζουν το βιοτικό επίπεδο του ανθρώπου.
Δίκτυο αγωγών
Μέσα στους ιστούς του ξύλου με ακτινική και αξονική διάταξη υπάρχει ένα δίκτυο αγωγών (ρητινοφόρων και κομμεοφόρων) οι οποίοι διακινούν τις ουσίες αυτές που παράγονται από επιθηλιακά κύτταρα του εσωτερικού τοιχώματος των πιο πάνω αγωγών. Κάποια άλλα κύτταρα συμμετέχουν και αυτά στη διακίνηση των χυμών (αγωγά στοιχεία) και επί πλέον προσφέρουν στήριξη στο βάρος του δέντρου. Είναι άξιο θαυμασμού για τις μεθόδους που χρησιμοποιεί η φύση στην περίπτωση των δέντρων, να προωθούνται οι χυμοί με βιολογικούς μηχανισμούς μέχρι το ύψος 100-150 μέτρων χωρίς υδραντλίες ή άλλες μηχανές πίεσης τις οποίες η τεχνολογία χρειάστηκε χρόνο και χρήμα για να κατασκευάσει.
Οι πιο πάνω αγωγοί έχουν την ιδιομορφία, όπως ακριβώς στον ανθρώπινο οργανισμό, όταν γηράσει το δέντρο και τα κύτταρα περιπέσουν από τη ξύλινη ζώνη στο εγκάρδιο, να αποφράσσονται. Αποφράξεις (τυλώσεις) μπορεί να συμβούν και στα αγγεία. Η απόφραξη συνήθως έχει αιτία τη διαφορά πίεσης που υπάρχει κατά την ανοδική κίνηση των χυμών μεταξύ των αγωγών στοιχείων και των γειτονικών κυττάρων. Το υλικό που αποφράσσει τους αγωγούς είναι πρωτόπλασμα από τα διπλανά παρεγχυματικά κύτταρα και αποθησαυριστικές ουσίες.
Το σώμα του ξύλου με «λογική» και «προνοητικότητα» μεριμνά στη φύλαξη τροφής σε εσωτερικές αποθήκες και τις χρησιμοποιεί σε δύσκολους καιρούς (αποθησαυριστικές ουσίες). Οι τροφές αυτές αν παραμείνουν αποθηκευμένες για πολύ καιρό θα μετατραπούν σε δηλητηριώδεις ουσίες που απελευθερώνονται σαν σκόνη με το κόψιμο του ξύλου και προκαλούν ενοχλήσεις στον άνθρωπο. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τις τροφές που αποθηκεύει ο άνθρωπος και δεν τις χρησιμοποιεί για πολύ καιρό.
Τα μοναδικά κύτταρα που πολλαπλασιάζονται είναι αυτά που αποτελούν το κάμβιο, μια σειρά κυττάρων που σχηματίζουν ζώνη μεταξύ του φλοιού και του ξύλινου μέρους. Με τη διαίρεση κάθε καμβιακού κυττάρου παράγονται δύο κύτταρα τα οποία εκ περιτροπής το ένα μετασχηματίζεται σε κύτταρο φελλού ή ξύλου, ενώ το άλλο παραμένει πάντοτε κύτταρο καμβίου. Τα παραγώμενα κύτταρα του ξύλου με προκαθορισμένη συνέπεια εξελίσσονται σε συγκεκριμένο τύπο ιστού με ξεχωριστή κάθε φορά λειτουργικότητα.
Η κατανομή των φυσικών και χημικών συστατικών μέσα στο εσωτερικό του ξύλου δεν είναι τυχαία αλλά με τέτοιο τρόπο για να στέκονται πάντοτε τα δέντρα όρθια. Τα εκχυλίσματα και άλλες χημικές ουσίες που βρίσκονται στις κυτταρικές κοιλότητες, στους μεσοκυττάριους και κυττάριους χώρους, ευθύνονται για την μηχανική αντοχή του ξύλου. Η λιγνίνη υφαρπάζει χώρους που σε διαφεριτική περίπτωση θα καταλάμβανε το νερό το οποίο με την απομάκρυνσή του θα σχηματίζοντο έντονες σχισμές καθιστώντας το ξύλο άχρηστο υλικό. Η κυτταρίνη συντείνει στη μεγάλη αντοχή του ξύλου σε παράλληλη φόρτηση, που μαζί με τη λιγνίνη σταθεροποιούν το σώμα του σκελετού του δέντρου έτσι που αυτό να μπορέσει να αντέξει τις κακές κλιματοεδαφικές συνθήκες μέσα στη μακροβιότητά του.
Στο ταξίδι μας στους κόσμους του ξύλου —ενός υλικού με τόσες πολλές χρησιμότητες— παρακολουθήσαμε μερικά μακροσκοπικά χαρακτηριστικά ενώ με το μικροσκόπιο παρατηρήσαμε τα φαινόμενα εκείνα που λειτουργούν με κάθε νοητική ακρίβεια για εκπλήρωση προσχεδιασμένου στόχου εξαλείφοντας έτσι τον παράγοντα τύχη. Αν η παρατήρηση γίνει με υπερμικροσκόπιο τότε η τρομακτική λεπτομέρεια μας πείθει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η κατασκευή των ανθρωπίνων ματιών είναι τέτοια που να καθιστά ορατό μόνο το βλαστητικό αποτέλεσμα —το συμπλήρωμα της γένεσης— και ο άνθρωπος να απολαμβάνει ως βασιλιάς της γης την ουσία και όχι τη λεπτομέρεια. Το ξύλο —προϊόν βιολογικής διεργασίας— όταν αποχωρίζεται από το σώμα του δέντρου μετατρέπεται σε τεχνικό υλικό που συμβάλλει θετικά στην προαγωγή της ανθρώπινης διαβίωσης, ενώ ως ζωντανός οργανισμός αναπόσπαστος με το μητρικό υλικό, σχηματοποιεί και συντηρεί τη φύση προσφέροντας αισθητική αρμονία και το σπουδαιότερο ηγείται στη συμπλήρωση των βιολειτουργιών εκείνων που επιτρέπουν τη ζωή στη γη.
(Δημοσιεύτηκε την Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 1993 στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, Αριθμός: 12364, Λευκωσία – Κύπρος, σελ. 1, 16.)
Η μορφή της κυπριακής γης (ποταμοί, χαράδρες, υψώματα, βουνά, φαράγγια κλπ), η οποία είναι αποτέλεσμα κλιματοεδαφικών καταστάσεων και γεωλογικών φαινομένων που άρχισαν να δρουν από τα απρόσιτα βάθη της ιστορίας του πλανήτη μας μέχρι σήμερα, συμβάλλει στην αισθητική του χώρου, που περιδιαβάζουμε καθημερινά και στη δημιουργία οικολογικής αλυσίδας που βελτιώνει το περιβάλλον.
Οι πόροι, που συχνά αναφέρονται και πάνω σ’ αυτούς στηρίζεται ως συνήθως η οικονομική ταυτότητα μιας χώρας, αποτελούν τα στοιχεία εκείνα που συγκεντρώνουν ιδιότητες με κάποια χρηματική αξία. Οι ιδιότητες αυτές δεν είναι σταθερές και εξαρτώνται από την οικονομική, πνευματική, τεχνολογική και πολιτιστική ανάπτυξη της εκάστοτε εποχής. Η δυνητική αυτή κατάσταση του όρου «πόρος» συνέτεινε στην εξυπηρέτηση των αναγκών του ανθρώπου ανάλογα με τον τόπο, το χρόνο και σύμφωνα με τις ωφελιμιστικές δυνατότητές του.
Τα φαράγγια, ενώ υπήρχαν πάντοτε, εν τούτοις ήταν απαρατήρητα από τον άνθρωπο και αποτελούσαν ένα «αδιάφορο στοιχείο». Με τη ροή του χρόνου, όμως, άρχισαν να εξυπηρετούν κάποιους σκοπούς όπως την απόκρυψη ανθρώπων και ζώων, την προστασία τους από εχθρούς και κλιματικές συνθήκες, την εξεύρεση νερού και δροσιάς και γενικά υπήρχε μετασχηματισμός στο ρόλο τους ανάλογα με το βαθμό της νόησης και των αναγκών του ανθρώπου. Έτσι παρατηρούμε ότι από «αδιάφορο στοιχείο», ανάλογα με το χρόνο και τη χρήση τους, μετατρεπόταν σε «ενδιαφέρον στοιχείο» έχοντας πάντοτε κάποια ωφελιμιστική αξία που φαινόταν στην έκταση και στο είδος της προσφοράς.
Σήμερα τα φαράγγια αποτελούν σημαντικούς πόρους και υπάγονται στην κατηγορία των συνεχών πόρων (θελκτικά τοπία, αγριότοποι, ηλιακή ενέργεια) σε αντίθεση με όλους τους άλλους πόρους που ανήκουν στους αποθεματικούς ή στους ρέοντες (μεταλλεύματα, δάση, νερό, έδαφος κλπ). Οι πόροι στην πρώτη κατηγορία διακρίνονται έτσι, όχι μόνο γιατί είναι διαθέσιμοι ανεξάρτητα από τις ενέργειες του ανθρώπου, αλλά μπορούν ακόμη να τροποποιηθούν με τη δράση του ιδίου ή με την παρεμβολή μολυσματικών προϊόντων. Οι πόροι της κατηγορίας αυτής δύσκολα μπορούν να διατιμηθούν, γιατί η ομορφιά και ο βαθμός της ψυχικής ευφορίας που νιώθει κάποιος όταν επισκέπτεται τέτοιους πόρους, δεν μπορούν ακόμη να εκτιμηθούν (μετρηθούν) σε πραγματικές χρηματικές μονάδες, πράγμα που μπορεί να γίνει με την αγορά άλλων προϊόντων όπως πετρελαίου, νερού, χρυσού κλπ.
Εννοιολογικά η λέξη φαράγγι (φάραγξ) παράγεται από τη ρίζα φάρος, φαράω που σημαίνει άρωση, άροτρο, ρεύμα. Ρωμαν. Bar(r)anca bara = τέμνω, κόπτω και baran = άνοιγμα. Η ακριβής ερμηνεία της λέξης φαράγγι σημαίνει βαθειά και απόκρημνη χαράδρα.
Tα φαράγγια συνήθως εμφανίζονται σε ασβεστολιθικά και άλλα πετρώματα όπου η γεωλογική διάβρωση —με αιτίες την επενέργεια του νερού (ποτάμια ροή), την απόσπαση, τη μεταφορά και την απόθεση φερτών υλών— οι κατακρημνίσεις, οι κατολισθήσεις και η ανυψωτική κίνηση των πετρωμάτων λειτουργούν εδώ και αιώνες. Η χειμαρρώδης ποτάμια κίνηση του νερού συνεχίζει να υπάρχει σε πολλά φαράγγια, σε άλλα λιγόστευσε και σε μερικά σταμάτησε εντελώς για πολλούς λόγους. Η διάβρωση που αναφέραμε ως είναι γνωστό, επηρεάζεται από τέσσερις παράγοντες: το κλίμα, τη βλάστηση, την κλίση και το είδος του εδαφικού υλικού. (Ο Ruhe 1969 υπελόγισε τη διάβρωση σε 0.03mt - 2.9mt ανά χρόνο).
Τα πιο ξακουστά
Ξακουστά φαράγγια στον κόσμο είναι το Γκραντ Κάνυον της Αμερικής με βάθος 1500 μέτρα και μήκος 330 χιλιόμετρα και εκείνο της Σαμαριάς στην Κρήτη. Το φαράγγι της Σαμαριάς είναι ο Εθνικός Δρυμός των Λευκών Ορέων Κρήτης που ιδρύθηκε το 1962 με σκοπό την προστασία και διατήρηση της επιστημονικής, αισθητικής, τουριστικής και πολιτιστικής αξίας της περιοχής. Έχει μήκος 16 χιλιόμετρα, πλάτος 3-40 μέτρα και ύψος σε μερικά σημεία μέχρι 600 μέτρα. Για την ωραιότητα, τη μεγαλοπρέπεια και την ιστορία του, η Σύνοδος των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης στην απόφαση της 79/14 Resolution 13.9.79, απένειμε το Ευρωπαϊκό Δίπλωμα Κατηγορίας Α’, Ευρωπαϊκής Φυσικής Κληρονομιάς στο πιο πάνω φαράγγι, με επίδοση του βραβείου στις 18.4.80 από το Γεν. Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης κ. Κάρασεκ στο Ξυλόκαστρο - Ομαλού.
Στην Κύπρο
Η Κύπρος κάποτε ήταν σκεπασμένη με θάλασσα. Ύστερα από γεωλογικές ανακατατάξεις αναδύθηκε τεράστια επιφάνεια γης η οποία σε κατοπινό στάδιο, λόγω κινήσεως του φλοιού της γης, τεκτονικών βυθισμάτων και αυλακώσεων άρχισε να διαμορφώνεται σε συγκεκριμένο σχήμα με προεξοχές και εσοχές περικλείοντας λιμνοειδείς επιφάνειες. Ενας τεράστιος διαμελισμός συνέτεινε στο να διεισδύσει η θάλασσα προς τη σημερινή Μεσόγειο. Η Κύπρος άρχισε να σχηματοποιείται και με την πάροδο εκατομμυρίων χρόνων η διάβρωση αυλάκωνε τις πιο ευάλωτες εδαφικά περιοχές. Αποτέλεσμα της ισχυρής διάβρωσης και της ανυψωτικής κίνησης των πετρωμάτων ήταν ο σχηματισμός ποταμών, χαραδρών, φαραγγιών κλπ.
Στην Κύπρο υπάρχουν πολλοί χαραδροειδείς σχηματισμοί που περικλείουν ιδιαιτερότητες και αξιοσημείωτα φυσικά στοιχεία. Περισσότερο γνωστοί είναι το φαράγγι του Άβακα (Ακάμας), το φαράγγι της Ανδρολίκου (χωριό Ανδρολίκου), το φαράγγι των Μαύρων Γκρεμμών (Δάσος Πάφου), το φαράγγι της Ακουρσού (χωριό Ακουρσός), το φαράγγι των Κοκκινόγκρεμμων (χωριό Λεμύθου) και πολλά άλλα που χρειάζεται να εντοπιστούν.
Τα κυπριακά φαράγγια ίσως να μην έχουν την έκταση, τα στοιχεία και γενικά το γεωλογικό εκτόπισμα που έχουν αυτά των άλλων χωρών, μπορούν όμως να χαρακτηριστούν ως μικρογραφίες διάσπαρτες στο νησιώτικο χώρο με όλες τις ιδιαιτερότητες ενός ξεχωριστού οικότοπου. Η χαράδρωση σε πολλά από αυτά είναι στενή και σε αρκετά σημεία τα χείλη του στομίου τους εφάπτονται έτσι που να δημιουργείται εστεγασμένο τοπίο τύπου σπηλαίου. Αρκετοι βράχοι που επεκόπησαν από τα γύρω μητρικά πετρώματα εκτίθενται, είτε στα πλάγια, είτε είναι σφηνωμένοι στην οροφή του φαραγγιού. Μέσα στα φαράγγια το νερό εμφανίζεται πολύ έντονα ως τρεχούμενο, σχηματίζοντας λιμνούλες ή αναβλύζοντας από πολλές πηγές που εμφανίζονται κατά μήκος της χαράδρωσης. Η απότομη αλλαγή της θερμοκρασίας, λόγω της σκίασης και της υγρασίας, δημιουργεί στον επισκέπτη μια ευχάριστη περιδιάβαση. Το νερό, η σκίαση και η απομόνωση του φαραγγικού χώρου, δημιουργούν ένα μικροκλίμα που επιδρά ευνοϊκά στην εμφάνιση ορισμένης βλάστησης και τη συγκέντρωση συγκεκριμένων ειδών της πανίδας.
Τα φαράγγια αποτελούν εντυπωσιακές διακοπές της συνέχειας της επιφάνειας της γης, δημιουργώντας ευχάριστη εναλλαγή του τοπίου. Η παρουσία τους δίνει την ευκαιρία στους φυσιολάτρες, στους μελετητές της φύσης και στους απλούς επισκέπτες, να προσεγγίζουν τη διάσταση αυτή του κυπριακού τοπίου και να καθίστανται δέκτες αρχέγονων προκλήσεων που εκπέμπονται από τις ιδιαιτερότητες και τα διάφορα φυσικά στοιχεία τους. Η ύπαρξη αυτών καθ’ αυτών των φαραγγιών, συντείνει πιο πέρα στην πολυποικιλότητα της φύσης με την εμφάνιση και συντήρηση χαρακτηριστικών ειδών της χλωρίδας και πανίδας —πολλές φορές ενδημικών— και τη διάνθιση του κυπριακού χώρου με γεωλογικές εκβαθύνσεις (όπως και οι εξάρσεις, βουνά κλπ) που σπάζουν τη μονοτονία μιας επίπεδης γης.
Να εντοπισθούν και να χαρτογραφηθούν
Με το σκεπτικό της αξιοσημείωτης προσφοράς των χαραδρώσεων αυτών στη βελτίωση του περιβάλλοντος, πρέπει αρχικά να εντοπιστούν τα φαράγγια, να γίνει χαρτογράφηση, καταγραφή και ανάλυση των χαρακτηριστικών τους και τέλος να καθοριστούν μέτρα για τη σωστή διαχείρισή τους. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται οποιαδήποτε τωρινή ή μελλοντική υποβάθμιση ή καταστροφή τους, λόγω των πολλών πυρκαγιών ή λόγω της τουριστικής και οικοδομικής ανάπτυξης (π.χ. λατόμευση) και πιο πέρα συμβάλλουμε στη διατήρηση της φυσικής πολιτιστικής κληρονομιάς, η οποία πιστεύεται ότι στο μέλλον θα έχει να διαδραματίσει ρόλο μεγαλύτερο και σπουδαιότερο απ’ όσο σήμερα.
Η αναγκαιότητα της διατήρησης των φυσικών χαρακτηριστικών της πατρίδας μας ευτυχώς έχει επισημανθεί από τη Δασική Υπηρεσία της Κύπρου (αρμόδια και ειδική στα θέματα αυτά), η οποία καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες να τα εντοπίσει και ενεργήσει κατάλληλα προς όλες τις κατευθύνσεις για την ορθή διαχείρισή τους.
Ο Κύπριος, αντίθετα έστω και παράλληλα με το κυνηγητό της ευμάρειας και τη στείρα τροφοδότηση του νου του από υλιστικές απολαύσεις, είναι καιρός να ψάξει γύρω του να βρει στοιχεία εξαίρετης ομορφιάς που έχουν την ικανότητα να του χαρίζουν «ανθρωπισμό» και να του υπενθυμίζουν την προέλευση και τον προορισμό του. Οι φυσικές ομορφιές της πατρίδας μας είναι πάντα εκεί και αποτελούν πηγές αστήρευτης εκπομπής «βιολογικών ακτίνων», έχοντας την ικανότητα να θεραπεύουν πολλές από τις ασθένειες της σύγχρονης εποχής (άγχος, κούραση, αγωνία, ανταγωνιστικό μένος, πίεση κλπ). Αν η αδελφοποίηση του ανθρώπου με τον άνθρωπο είναι ευγένεια και κοινωνική επιταγή, η αδελφοποίηση του ανθρώπου με τη φύση είναι υπέρτατη ανάγκη και πράξη αλτρουιστική.
Πρέπει να επισημάνουμε ότι το ψηλό βιοτικό επίπεδο στο οποίο βρίσκεται ο Κύπριος πολίτης και η αυξανόμενη πίεση στην ψυχοσωματική του υγεία, λόγω των τρεχουσών καταστάσεων, συνέτειναν —δειλά ακόμη— στον εντοπισμό «φυσικών αντισωμάτων» τα οποία έχουν τη δυνατότητα να τον εκτονώνουν και να τον συντηρούν. Σ’ αυτό συμβάλλουν, η εξασφάλιση ελεύθερου χρόνου με τη μείωση των ημερών εργασίας και η κατασκευή κατάλληλων υποδομών, προϋποθέσεις που παρέχουν τη δυνατότητα στον άνθρωπο να εξέρχεται πιο συχνά και πιο εύκολα προς το βουνό, την ύπαιθρο και γενικά προς τη φύση. Με την υψωτική καμπύλη του άγχους που παρατηρείται, δεν είναι καθόλου παράξενο να υποστηρίξουμε και να προβλέψουμε ότι στο μέλλον ο Κύπριος θα στραφεί εξ ολοκλήρου προς την ύπαιθρο και θα εκτιμήσει περισσότερο τα φυσικά στοιχεία της. Έτσι η αγριότητα του τοπίου, τα δάση, τα φαράγγια ως οπτικοί πόροι καθοριστικής ωφελιμιστικής αξίας, πρέπει να διαφυλαχθούν όχι μόνο για τις παρούσες γενεές αλλά και για τις μέλλουσες.
(Δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 1994 στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, Αριθμός: 12396, Λευκωσία – Κύπρος, σελ. 1, 8.)
Είναι στιγμές που σκέφτομαι, ποια εποχή του χρόνου, το δάσος αποδίδει στον άνθρωπο το μέγιστο δυνατό χρησιμοθηρικό και ωφελιμιστικό (υπό την ευρύτερη έννοια), προϊόν. Η δασική οντότητα ζει, λειτουργεί και προσφέρει ευμάλακτες υπηρεσίες με διαχρονική αξία, εδώ και αιώνες αδιάκοπα, σχεδόν στην ίδια επικράτεια. Η δυναμική της φύσης δημιουργεί, συντηρεί και διαιωνίζει το δάσος παρά τις τόσες μακροχρόνιες, αστάθμητες και πολλές φορές καταπιεστικές, ενδογενείς και εξωγενείς συνθήκες. Ο ζωντανός αυτός οργανισμός έχει τις καλές του και τις κακές του, ανάλογα με τις εκάστοτε επιδράσεις, τόσο του ανθρώπου όσο και των άλλων παραγόντων. Από τις ζωτικές λειτουργίες του, οι οποίες ρυθμίζουν το φαινότυπο, άλλες είναι κρυπτοεπιτελικές, αόρατες και εξειδικευμένες κι άλλες εμφανείς, ορατές και χαρακτηριστικές, τις οποίες ο άνθρωπος μπορεί να αισθάνεται μέσω των πέντε αισθήσεών του. Όπως κάθε ζωντανός οργανισμός (όπως π.χ. ο άνθρωπος, ο οποίος δεν έχει πάντα τις ίδιες σε μέγεθος, ένταση και αριθμό δραστηριότητες), έτσι και το δάσος σαν μια συμπαγής πολυσύνθετη οντότητα, συνεργούντων και των άλλων εξωγενών παραγόντων, συμπεριφέρεται διαφορετικά ή μεταπλάσσεται, ανάλογα με τις τέσσερις εποχές του χρόνου. Αν λάβουμε υπόψη ότι πέρα από την υλοχρηστική συμβολή του δάσους (ξυλεία, βιοτικό επίπεδο), βαρύτητα και μεγάλο εκτόπισμα έχει ο ρόλος του στην εξημέρωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, τότε το ανώτατο όριο τέτοιας ευμενούς επίδρασης, καθορίζει και την εποχή όπου το δασικό οικοσύστημα επιτελεί μέγα ψυχοθεραπευτικό έργο, χωρίς βέβαια να υποτιμάται η προσφορά του κατά τη διάρκεια των άλλων εποχών. Η αξιοποίηση/ κάρπωση του δάσους στην κατάλληλη εποχή, επιφέρει το μέγιστο δυνατό όφελος στην ανθρώπινη ζωή με καταλυτική επίδραση στο άγχος, την ψυχοσωματική καταπίεση και τη νευρικότητα που συνήθως διακατέχουν τον κάτοικο/τεχνοκράτη, στις μέρες μας.
Η ζωή του δάσους
Οι εκδηλώσεις ζωής, σ’ ένα δασικό οικοσύστημα, λειτουργούν καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου όχι όμως με τον ίδιο ρυθμό, ένταση και έκταση. Μερικές εκδηλώσεις των επί μέρους στοιχείων του φυτικού βασιλείου, είναι η πρόσληψη και αποβολή ουσιών, η αναπνοή, η αφομοίωση, η διαφοροποίηση, η κίνηση, η αναπαραγωγή, η ερεθιστικότητα κι άλλες. Οι εξωτερικές συνθήκες όπως η θερμοκρασία, το φως, το νερό, οι θρεπτικές ουσίες, επηρεάζουν δραστικά τις λειτουργίες/εκδηλώσεις ζωής του δάσους, έτσι που αυτές, είτε διεξάγονται με μεγάλη ένταση είτε αδρανούν. Η ένταση των εκδηλώσεων σ’ ένα οργανισμό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το εύρος της θερμοκρασίας. Το φως είναι απαραίτητο κυρίως για τη φωτοσύνθεση, ενώ το έντονο φως μπορεί να προκαλέσει κροκίδωση του πρωτοπλάσματος (που οδηγεί σε νέκρωση). Η σημασία του νερού στη συνέχιση και εξέλιξη της ζωής της φυτικής ύλης, έγκειται στην περιεκτικότητα του πρωτοπλάσματος, με ικανή ποσότητα νερού. (Συνήθως το 75% του περιεχομένου του είναι νερό).
Οι εξωτερικοί παράγοντες που επηρεάζουν και ρυθμίζουν τις ζωικές λειτουργίες των φυτών, υπόκεινται σε κυμάνσεις, ανάλογα με τις εποχές του χρόνου και την εναλλαγή μέρας και νύκτας. Το μακρύ μεσογειακό θέρος με τις ψηλές θερμοκρασίες και σχεδόν τίποτε βροχοπτώσεις, συντείνει στην περιορισμένη λειτουργία των εσωτερικών, χημικών και φυσικών διεργασιών (ενδόνομων ρυθμών), των φυτών. Το γενότυπο όμως των αναρίθμητων ειδών του φυτικού κόσμου, δημιουργεί ιδιαιτερότητες στα επί μέρους φυτά, ανάλογα με τις απαιτήσεις σε εξωτερικούς παράγοντες, με αποτέλεσμα να παρατηρείται μια ρευστή φαινοτυπική κατάσταση στα δασικά οικοσυστήματα, καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Μεγάλο ρόλο στην περιοδικότητα των φυτών (ανθοφορία, φυλλοφορία) έχει ο φωτοπεριοδισμός (επίδραση της διάρκειας της νύκτας για ανθοφορία) και η εαροποίηση (επίδραση συγκεκριμένης θερμοκρασίας, για να επέλθει η καρποφορία και η ωριμότητα).
Το δάσος κατά την καλοκαιρινή περίοδο διακρίνεται, για τη μονοτονία της συνεχούς ροής εξωτερικών παραγόντων (π.χ. της ηλιοφάνειας, ξηρασίας, ψηλής θερμοκρασίας, κλπ.), της πενιχρής εναλλακτικότητας και του μικρού αριθμού επιδρώντων φυσικών στοιχείων. Μαζί μ’ αυτά συντρέχουν ο καλοκαιριάτικος ρυθμός της ζωής του ανθρώπου, η αγωνία για τις πυρκαγιές, η εξωστρεφής τάση, η κλίση προς τις θαλάσσιες ψυχαγωγικές ενασχολήσεις και η μείωση της ενεργητικότητας λόγω των κλιματολογικών μεσογειακών συνθηκών.
Η ομορφιά το χειμώνα
Η δασική ομορφιά εμφανίζεται σ’ όλο της το μεγαλείο και ξαφνιάζει τον επισκέπτη κατά τη χειμερινή περίοδο. Αν και μερικές κρυπτοεπιτελικές φυτικές διεργασίες συνεχίζουν να υπολειτουργούν, μια σειρά άλλων έκδηλων, εξωτερικών καταστάσεων, προσδίδουν στο δασικό οικοσύστημα μια ανεπανάληπτη εικόνα απόκοσμης μαγείας. Τα σύννεφα, σαν καινούργιο ξενόφερτο υλικό, καλύπτουν τις κορφές των βουνών, εξαλείφουν και εξομαλύνουν τις κοιλάδες και τις χαράδρες και γενικά μεταποιούν/αλλάζουν ολόκληρο το σκηνικό του ενδοδασικού περιβάλλοντος. Οι στάλες των βροχών ενορχηστρωμένες πολυβολούν κάθετα και κεκλιμένα τις κόμες των δέντρων και θάμνων, κατεβαίνοντας ήρεμα από φύλλο σε φύλλο στο πλούσιο, σε οργανικές ουσίες, εδαφοφυλλοτάπητα. Κι από εδώ αρχίζει η περιπετειώδης δημιουργική κίνηση του νερού, σχηματίζοντας ρυάκια, καταρράκτες και ποταμούς. Η ορογραφία, οι μεγάλες εδαφικές κλίσεις, οι κρημνοί, οι βραχώδεις εξάρσεις, οι ποικιλόμορφοι σχηματισμοί της φύσης και οι απότομες ραγδαίες βροχοπτώσεις (χαρακτηριστικό του μεσογειακού κλίματος), συντείνουν στη δημιουργία μιας ξελογιάστρας θέασης και μιας ηχητικής πανδαισίας πολύμορφων φυσικών καταρρακτών, που δεν έχουν να ζηλέψουν σε τίποτε, από το μεγαλείο των τεχνητών καταρρακτών του Τίβολι (ορεινής πόλης, λίγο έξω από τη Ρώμη).
Η βροχή
Η βροχή καθαρίζει την ατμόσφαιρα, συγκεκριμενοποιεί τους ορίζοντες, ξεπλένει, από τα διάφορα αιωρήματα, τα πεύκα και γενικά τη βλάστηση . Μετά από βροχή, ακολουθεί ηρεμία και πολλές φορές η ορατότητα του ανθρώπου διευρύνεται, γίνεται οξεία με αποτέλεσμα να διακρίνονται λεπτομέρειες του δασικού οικοσυστήματος σε μεγαλύτερες αποστάσεις, (το χρώμα, η γραμμή, η δομή και το σχήμα), οι οποίες δεν είναι και τόσο αντιληπτές κατά τη διάρκεια άλλων εποχών. Το χειμώνα το δάσος είναι περισσότερο «εφήμερο» και οι οπτικές αντιθέσεις εμφανίζονται πιο έντονα και οι εικόνες αλλάζουν συνεχώς λόγω της κίνησης που δημιουργείται με τη βροχή, το χιόνι, τα σύννεφα, το νερό, τις αστραπές, τον αέρα, τα ζώα και τα πουλιά. Η φυσική αυτή ιδιότητα είναι μια ακόμη ιδιαιτερότητα και ιδιομορφία του κυπριακού δάσους.
Η θέαση και ηχητική αποτελεσματικότητα των φυσικών αυτών καταστάσεων, μαζί με την ευχάριστη οσμή του βρεγμένου χώματος, των φύλλων και του φελλού, δημιουργούν υγιεινή φόρτιση και ψυχική εκτόνωση. Πραγματικά δεν ξέρω αν έχετε βρεθεί στο δάσος κάποια μέρα του χειμώνα. Η μυρωδιά που αισθάνεται ο επισκέπτης είναι το αποτέλεσμα της ανάμειξης εκατομμυρίων ειδών αρωμάτων, που παράγονται από εκατομμύρια βιοτικά και αβιοτικά στοιχεία της δασικής ποικιλότητας, σ’ ένα ανοικτό/αστείρευτο/απέραντο μυροδοχείο της φύσης. Είναι μια εκπληκτική σε τεχνοτροπία και επαγγελματική σε σύνθεση, αρωματική εκπομπή, που γαληνεύει και τον πλέον δύστροπο επισκέπτη.
Ο ήλιος
Ο ήλιος, που συνήθως κάνει την εμφάνισή του και το χειμώνα στα κυπριακά δάση, δημιουργεί πολύχρωμες φωταύγειες, παιχνιδίζοντας με τις σταγόνες του νερού της βροχής, που πέφτουν εκείνη τη στιγμή ή που βρίσκονται εναποθετημένες στα κλαδιά, κορμούς και φύλλα. Η κατάσταση αυτή μέσα στο δάσος, δεν παραμένει στάσιμη/αμετάβλητη αλλά συνεχώς αλλάζει/μεταποιείται, άλλοτε σε ψηλούς αναρίθμητους τόνους, άλλοτε σε χαμηλές κλίμακες ηχητικής ύφεσης.
Οι ιδιαιτερότητες του κυπριακού δάσους κατά τη χειμερινή περίοδο, έχουν την ικανότητα να αποσπούν με δύναμη, σαν μαγνήτης, τη σκέψη από την καθημερινότητα και να συγκεντρώνουν την προσοχή του επισκέπτη, σ’ αυτό που βλέπει και αισθάνεται εκείνη τη στιγμή, με μυστηριακές προεκτάσεις της ψυχής, σε επίπεδα μεταφυσικής διάστασης. Ελπίζοντας να έχω δώσει μια εικόνα του χειμερινού κυπριακού δάσους, δεν έχετε παρά να δοκιμάσετε αυτές τις πρωτόγνωρες εμπειρίες, μια και βρισκόμαστε στο κατώφλι της χειμερινής περιόδου και τα δασικά μας οικοσυστήματα απλώνονται λίγο έξω από την πόρτα του σπιτιού μας.
Με τη γνωριμία του δικού μας δάσους (κυπριακού δασικού πλούτου, πλούτος=πηγή αστείρευτων δευτερογενών ωφελειών όχι κατ’ ανάγκην ξύλου) και την παρακολούθηση όλων των εκφάνσεών του, που εκδηλώνονται με ξεχωριστή κάθε φορά τεχνοτροπία, δημιουργείται η εξοικείωση και η αγάπη, που αποτελούν τις βασικές προϋποθέσεις για την προσέγγιση, συμφιλίωση, ενδιαφέρον, υπεράσπιση και προστασία της κυπριακής δασικής μας κληρονομιάς.
(Δημοσιεύτηκε την Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 1995 στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, Λευκωσία – Κύπρος, σελ. 9.)
Ο γεωμορφικός σχηματισμός που εκτείνεται κατά μήκος και πέραν του μέσου των βορείων ακτών της Κύπρου, υπήρξε χωρίς αμφισβήτηση ένας πολυδιάστατος χώρος με δική του προσωπικότητα, ιστορία και πολιτισμό. Η ιδιομορφία του Πενταδακτύλου που συνίσταται στη γεωγραφική του θέση, την επιβλητική του παρουσία, τη σύσταση των πετρωμάτων του και το φυτομανδύα που το σκεπάζει εδώ και αιώνες, συνέτεινε να καταγραφεί και διαμορφωθεί στις συνειδήσεις των Κυπρίων, μια πλούσια θεώρηση θαυμασμού και δέους για το όρος αυτό.
Με την άδικη αρπαγή του από τους Τούρκους εισβολείς, σε μια περίοδο βιασμένων αξιών και προδομένων συνειδήσεων, το μερίδιο της ευθύνης μας έφθασε στο αποκορύφωμα της ενοχής, έναντι αυτής της εξέχουσας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς. Ο γραμμικός γεωμορφικός σχηματισμός του Πενταδακτύλου, που όπου και να πας σε κοιτάζει άλλοτε βλοσυρά και άλλοτε με κατανόηση, ξαναζωντανεύει μνήμες και γιγαντώνει τις αδύνατες ψυχές. Σαν άλλος γηραιός δάσκαλος διδάσκει σιωπηλά ιστορία και προβληματίζει ταυτόχρονα τον κάθε συνιδιοκτήτη του τόπου τούτου.
Η καθημερινή θέαση του Πενταδακτύλου, συντείνει στη διαμόρφωση μιας ορθής αντίληψης για το χρέος μας, μπροστά σε ιστορικά γεγονότα και στην αναγκαιότητα της συνεχούς παρακέντησης και χλόασης της μνήμης. Με αυτό τον τρόπο, παρεμβαίνει στα σαλόνια της ευημερίας και του εφησυχασμού, εκεί όπου αμέριμνοι γεμίζουμε τις σιταποθήκες της ευαγγελικής περικοπής.
Ο Πενταδάκτυλος με την ατέλειωτη ορογραφική διαμόρφωση, υψώματα, κοιλάδες, κοιλώματα, χαράδρες, οροπέδια, έχει δύο κύριες ευδιάκριτες γεωγραφικές εκθέσεις. Τη βόρεια και τη νότια. Δύο ξεχωριστοί κόσμοι με έντονα διαφορετικά στοιχεία και χαρακτηριστικά, που διαμόρφωσαν με αριστοτεχνικό τρόπο, τόσο οι ορογενετικές δυνάμεις και κλιματοεδαφικές συνθήκες, όσο και ο ιδρώτας της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η νότια του πλευρά είναι ορατή από τον ευρύτερο χώρο της Λευκωσίας και της Αμμοχώστου και βλέποντάς την, δημιουργείται η αίσθηση ότι εκεί δεν τελειώνει η πατρίδα. Ότι κάποιες μυστηριακές συνθέσεις, λειτουργούν πίσω από αυτό το υπέροχο φυσικό τείχος με την αμφιπρόσωπη μορφή. Οι γκρίζες νότιες κλιτείς της οροσειράς είναι ασκεπείς και οι απαστράπτουσες βραχώδεις εξάρσεις δημιουργούν σμίκρυνση των αποστάσεων, τάση οικειότητας με το χώρο και κλίμα ιστορικής προσέγγισης. Η εξερευνητική δυνατότητα του βλέμματος είναι απεριόριστη, έτσι που το βουνό γρήγορα και άμεσα γίνεται κτήμα του κάθε πολυάσχολου και ακατάδεχτου παρατηρητή.
Στη βόρεια πλευρά, μεταξύ θάλασσας και του Πενταδακτύλου, εκτείνεται μια στενή πεδινή λωρίδα γης, που σφύζει από ζωή, μυστήριο και εξωτική ομορφιά. Μια άλλη ενδοπατρίδα τόσο μικρή μα τόσο ενισχυμένη με τα πλούσια στοιχεία του πολιτισμού, της ιστορίας, της θρησκείας και της φύσεως. Το γαλάζιο της θάλασσας απλώνεται και χαϊδεύει το πράσινο των βουνών και μαζί συναλλάσσονται αιώνες, ατέλειωτα, με εικόνες των καραβιών που αρμενίζουν και των κοπαδιών που περιφέρονται σε δύσβατους κρημνούς. Και όταν η θάλασσα έχει κάτι να πει, στέλνει στα βουνά μηνύματα με το φλοίσβο των κυμάτων και αυτά ανταπαντούν με το σφύριγμα των υγρών ανέμων, που σεργιανίζουν στις κόμες των δέντρων της πυκνής βλάστησης.
Η δενδρική παρουσία
Η φύση προίκισε την περιοχή προς τη θάλασσα, με αρκετό πράσινο, λόγω του ψηλότερου ποσοστού βροχόπτωσης και λόγω της βορεινής έκθεσης. Η δενδρική παρουσία κυριαρχεί από την παραλιακή ζώνη, απ’ όπου αυτή επεκτείνεται στις χαραδρώσεις και κατωφέρειες μέχρι τις κορυφές των υψωμάτων που ορθώνονται, σαν σφήνες στον ουρανό, σε γραμμική διάταξη. Η δασική επικράτεια του Πενταδακτύλου έχει σχήμα στενής λωρίδας και αρχίζει από τις αμμώδεις περιοχές της Αγίας Ειρήνης και φθάνει μέχρι το Ακρωτήρι του Απόστολου Ανδρέα. Η συνολική έκταση των δασών της Βόρειας Οροσειράς είναι 31000 περίπου εκτάρια. Τα κύρια είδη που συνθέτουν τη βλάστηση είναι η Χαλέπιος πεύκη (Pinus halepensis), ο Αόρατος (Juniperus phoenicia), το Κυπαρίσι (Cupressus sempervirens), οι Αγριελιές (Olea europea), οι Αγριοχαρουπιές (Ceratonea siliqua), οι Αγριοκουμαριές (Arbutus andrachne), ο Τρέμιθος (Pistacia terevinthus), ο Σχίνος (Pistacia lentiscus) και άλλα. Η αρμονία της σύνθεσης των βλαστητικών μορφών και των αβιοτικών στοιχείων όπως των βράχων, των διάφορων κτισμάτων, των φρουρίων, μαζί με την έγνοια, την αγάπη, τη φιλοτεχνία και τον ιδρώτα των κατοίκων της περιοχής, δημιουργούσε σταθερότητα στο χώρο και προοπτική στην ποιότητα ζωής. Δεν είναι τυχαίο που ξένοι διείδαν την καλαισθητική αξία της περιοχής και δημιούργησαν αρκετές επαύλεις μέσα στο άπλετο πράσινο των βόρειων παρειών του Πενταδακτύλου.
H δαντελωτή κορυφογραμμή της οροσειράς του Πενταδακτύλου, σαν καμπύλη φθινοπωρινού θερμογράφου, αποτελεί μια πολυσύνθετη καλαισθητική εικόνα που σπάζει τη μονότονη θέα της μεσαορίτικης πεδιάδας. Οι κορυφές διαδέχονται η μια την άλλη με ψηλότερη αυτή του Κυπαρισσοβούνου με ύψος πάνω από 1000 μέτρα. Επιβλητικές κορυφές είναι και αυτές του Κόρνου, του Βουφαβέντο, της Καντάρας, του Αγίου Ιλαρίωνα και οι πέντε κορυφές του Πενταδακτύλου.
Τα πετρώματα της οροσειράς είναι ασβεστολιθικά και περιβάλλονται από κρητίδες, μάργες και φλύσχη. Αυτά τα πετρώματα έχουν την ιδιότητα να επιτρέπουν τη διαπερατότητα και τη συγκέντρωση τεράστιων ποσοτήτων όμβριων νερών σε υπόγειες υδατοδεξαμενές. Η ετήσια βροχόπτωση στις βόρειες πλευρές του Πενταδακτύλου είναι μεταξύ των 24 και 28 ιντσών ενώ στις νότιες 20 και 24 ιντσών. Η ιδιότητα της διαπερατότητας δικαιολογεί, την εμφάνιση του Κεφαλόβρυσου της Λαπήθου και του Καραβά και άλλων πολυπληθών πηγών στους πρόποδες και παρυφές της οροσειράς.
Τα μεσαιωνικά του κάστρα, όπως του Αγίου Ιλαρίωνα, της Καντάρας και του Βουφαβέντο, κτισμένα στις ράχες του μεγάλου φυσικού κάστρου, υποδηλώνουν τη στρατηγική σημασία της οροσειράς, την παρακαταθήκη μιας πλούσιας ιστορίας διανθισμένης με παραδόσεις, μύθους και πολέμους. Κάποια άλλα κτίσματα, ακόμη και τοπωνύμια, φανερώνουν την αρχέγονη παρουσία του ελληνικού στοιχείου από τους χρόνους του Τρωικού πολέμου.
Τα πετρώματα
Οι κρημνοί, τα φαράγγια, τα ρήγματα, τα σπήλαια, τα κουφώματα και οι απότομες ράχες που εμφανίζονται στην περιοχή του Πενταδακτύλου, οι οποίες είναι αποτέλεσμα των τεκτονικών κινήσεων και των καρστικών φαινομένων, δημιουργούν ποικιλότητα στην παρουσία φυσικών στοιχείων και καθιστούν την περιδιάβαση ενδιαφέρουσα, περιπετειώδη και γεμάτη εκπλήξεις. Τα περάσματα της Μύρτου, της Αγύρτας και της Ακανθούς, σαν πόρτες στο παραπέτασμα αρχαίου παραμυθιού, προκαλούσαν στους διάφορους ταξιδιώτες το αίσθημα της εξιλέωσης με την εισδοχή τους σε ένα παραδεισένιο δασοθαλασσοφίλητο τοπίο, σε μια σκηνή θεάτρου με σκηνικά φτιαγμένα με τέχνη και δεξιοτεχνία, από τη φύση αρχικά και ύστερα από αναρίθμητους σκηνογράφους που έπαιξαν πρωταγωνιστικούς ρόλους, διαχρονικής αξίας, σε κάθε σκαλοπάτι της ιστορίας.
Τα κάστρα
Με την ανάλυση του τοπίου των γεωμορφικών σχηματισμών της οροσειράς του Πενταδακτύλου, μήκους 150 περίπου χλμ, ανακαλύπτουμε τη μοναδικότητα της περιοχής και τις πολλές ιδιαιτερότητες, που τον κάμνουν να ξεχωρίζει και να διακρίνεται από άλλους χώρους της κυπριακής γης. Η χάραξη σε περίοπτα σημεία οποιασδήποτε ξενόφερτης γραφής, για λόγους ψυχολογικής κάμψης, εντυπωσιασμού και επίδειξης δύναμης του κατακτητή, θέλουμε να πιστεύουμε ότι δημιουργεί αντίθετα αποτελέσματα. Καθίσταται πρόκληση και πρόσκληση για αναμόχλευση της μνήμης των παλαιοτέρων και αφορμή για πληροφόρηση των νεοτέρων, που πρέπει να διερωτούνται, σε μια συνεχή αδιάπτωτη πάλη με το χρέος, ενάντια στην ευμάρεια και στη διαβρωτική δύναμη της συνήθειας. Οποιαδήποτε αλλότρια σκαριφήματα επικάθονται και αλλοτριώνουν το περιβάλλον του Πενταδακτύλου θα αποβληθούν ως ξένα σώματα, όταν ανατείλει ο ήλιος της δικαίωσης. Η επίτευξη όμως της ευχής αυτής προϋποθέτει φύλαξη της μνήμης και αποφυλάκιση της σκέψης από την έγνοια του άρτου και του θεάματος. Τουλάχιστον, οι γιορτινές μέρες του χρόνου (αργίες, διακοπές, επέτειοι), πρέπει παράλληλα με την εξωστρέφεια, να μετατρέπονται σε σταθμούς επίγνωσης της πορείας μας. Είναι καιρός να ενασκήσουμε την τέχνη της εγκράτειας σε ενασχολήσεις, που είναι επιρρεπείς στην έμμεση υπόθαλψη της πατρίδας (χλιδή, χλιαρότητα, πατριδοκαπηλία, ωχαδερφισμός). Είναι ακόμη ανάγκη, για ενάσκηση της αυτοκριτικής και αποχή από τους ευτελείς στείρους ρυθμούς του ιστορικού καθωσπρεπισμού.
Ο Πενταδάκτυλος είναι σίγουρα γνωστός σε πολύ κόσμο, περισσότερο σε ανθρώπους που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εκεί και τώρα συνεχίζουν να βιώνουν νοερά την αγία ετούτη γη των πατέρων τους, ζώντας άθελά τους, μακριά, συντηρούμενοι με τον πόθο του νόστου. Η αναμόχλευση των στοιχείων αυτών ανανεώνει τις κυψέλες της μνήμης και κεντρίζει την περιέργεια των νεοτέρων για σωστή γνώση της πατρώας γης. Ο Πενταδάκτυλος μετά το 1974 έγινε σύμβολο της ενοχής μας, της προδοσίας, αλλά και του αγώνα και της αντίστασης. Η κορμοστασιά του δεν κάμφθηκε από την μπότα του κατακτητή, ούτε ο χρόνος μπόρεσε να αλλοιώσει το πρόσωπό του και το σύμβολο αυτό με συνεχείς αδιάλειπτες φωταψίες, καταδεικνύει ότι πρέπει να ξυπνήσουν οι νωχελείς συνειδήσεις και προωθήσουν την ενδελεχή ενδοσκόπηση της ιστορίας και την αναγκαιότητα του χρέους.
(Δημοσιεύτηκε την Πέμπτη 13 Απριλίου 1995 στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, Αριθμός: 12811, Λευκωσία – Κύπρος, σελ. 9.)
Τα πεπερασμένα όρια ζωής του ανθρώπου, οριοθετούν τις διάδοχες γενεές και ταυτόχρονα σηματοδοτούν την ανάγκη του απεγκλωβισμού του από την αλαζονεία, την έπαρση και τη γήινη προσκόλληση. Ο εγκλωβισμός αυτός είναι το αποτέλεσμα της άκρατης ευμάρειας και του επίκτητου σθένους για περισσότερη οικονομική άνεση και ανάδειξη. Την αφύπνιση από το λήθαργο της επίπλαστης φαινομενικής γήινης αιωνιότητας, έχουν τη δυνατότητα και ικανότητα, μαζί με άλλα μέσα, να βοηθήσουν οι ανεκμετάλλευτοι, αναξιοποίητοι φυσικοί και πνευματικοί πόροι που αφθονούν στον τόπο μας. Γιατί όμως απαιτείται να γίνει αυτή η μεταστροφή; Επειδή ο δρόμος της ευμάρειας χωρίς την ποιότητα, οδηγεί στην ουτοπία και στο πουθενά, στον πρόωρο σωματικό και πνευματικό θάνατο και η ευτυχία —δηλαδή, η εσωτερική απέραντη ευφορία πνεύματος και ψυχής— παραμένει ασύλληπτη έννοια και ακατόρθωτο βίωμα.
Με το οικονομικό εκτόπισμα χωρίς την απαιτούμενη ποιότητα στις καθημερινές επιλογές, ο άνθρωπος διαμορφώνει την οντότητά του με σαθρά υλικά και σε συνέχεια αποτελεί το κύτταρο μιας δύσκολα αναστρέψιμης κοινωνίας, που είναι ανίσχυρη να αντισταθεί σε ξένες πολιτιστικές επιρροές και επιβολές. Ειδικά ο ελληνικός λαός που έχει πρότυπα και ορόσημα στέρεα και αδιαμφισβήτητα διαμορφωμένα μέσα από την ιστορία αιώνων, είναι κρίμα να αφεθεί στις θωπείες άλλων λαών, εκείνων που τώρα αρχίζουν να διαμορφώνουν τον δικό τους πολιτισμό. Τη συνειδητοποιημένη αντίσταση σε αυτές τις ξενόφερτες επιβουλές, καθορίζει η προσπάθεια συγκόλλησης των κρίκων της εθνικής μας αλυσίδας, που δυστυχώς στις μέρες μας αποτελούν «κεράμους και λίθους ατάκτως ερριμένους».
Η ποιότητα ζωής στην κυπριακή κοινωνία, παρά την οικονομική άνεση που παρατηρείται, αποτελεί ορολογία αδρανή και μόνο φραστικά τη χρησιμοποιούν πολλοί. Η ποιότητα καθορίζεται από το σύνολο των ιδιοτήτων που χαρακτηρίζουν την εσωτερική υπόσταση του ατόμου και τον κάνουν πολύ ευκρινώς να ξεχωρίζει από άλλους. Η καλλιέργεια της ψυχής στη συναδελφοσύνη, φιλανθρωπία, αλληλοκατανόηση, ανεκτικότητα, ευγένεια, μεγαλοψυχία και η καλλιέργεια του πνεύματος στο θέατρο, μουσική, λογοτεχνία και εικαστικές τέχνες είναι μερικά ιδιότυπα της καλής ποιότητας ενός ανθρώπου, μιας κοινωνίας, ενός λαού.
Κυπριακή κοινωνία
Σήμερα η κυπριακή κοινωνία καβάλα στο άλογο της ευμάρειας με θολό το μυαλό, την πλουτομανία στην ενεργητικότητά της και στο μέτωπο το σύνθημα «δώσε μέσα κουμπάρε τώρα που ‘ναι ευκαιρία», ενδιατρίβει στα δάφορα οικονομικά κλωθογυρίσματα και τεχνάσματα για αποδοτικότερες επενδύσεις. Το αποτέλεσμα αυτής της πλουτομανίας είναι η αποξένωση από την πραγματική ευτυχία.
Η ευτυχία αυτή εκφράζεται έτσι απλά στην καθημερινή ζωή ως χαρά, ευφορία, εγκράτεια, καλοσύνη, ηρεμία, πραότητα.
Με αυτά τα πλεονεκτήματα που ανάγονται σε αξίες της ζωής, μπορεί ο άνθρωπος πιο εύκολα να προχωρήσει στις πολιτιστικές τέχνες, στη σοφία και στις επιστήμες. Βέβαια δεν αμφισβητεί κανείς τη δύναμη της οικονομικής επάρκειας που βοηθά δραστικά στις έρευνες, υγεία και άμυνα.
Είναι λίγοι όμως εκείνοι που μέσα από τις οικονομικές δραστηριότητες κατάφεραν να ξεχωρίσουν την ψυχή από το χρήμα, το πνεύμα από την ευμάρεια, το μέτρο από την αμετροέπεια, την ολιγάρκεια από την πλεονεξία.
Ο λαός μας ονομάζει τους ανθρώπους αυτούς σαν «χορτασμένους».
Αντίθετα οι «νεόπλουτοι», χωρίς πνευματική υποδομή και αξίες, αδιάντροπα χωρίς ηθικούς φραγμούς επιδίδονται καθημερινά σ’ έναν ανέντιμο αγώνα για απόκτηση περισσότερης οικονομικής επιφάνειας. Και είμαστε όλοι μάρτυρες καθημερινών δεικτών και δειγμάτων τέτοιας ασύδοτης συμπεριφοράς συμπολιτών μας. Δυστυχώς, αυτός ο συρφετός των ανθρώπινων κατασκευασμάτων με τη μανία του κυνηγητού του πλούτου, συμπαρασύρει και ευυπόληπτους πολίτες που ανησυχούν μήπως και παραμείνουν «έξω του νυμφώνος| σε καιρούς πληροκαρπίας.
Ο χρυσός κανόνας του μέτρου και η σοφία της οριοθέτησης των αναγκών μεταξύ της επάρκειας και της πλεονεξίας αποτελούν σώφρονα κοινωνική βούληση που ενδείκνυται να υιοθετηθεί από όλους μας.
Δύο δυναμικοί παράγοντες που μπορούν να βοηθήσουν στην εγκράτεια και στη θεραπεία από την πλουτομανιακή ασθένεια, είναι η παράδοση και η κυπριακή φύση.
Επιστροφή σε αυτές τις δύο ρίζες που συμπλέκονται τόσο στέρεα στα βάθη των αιώνων, αποτελεί σωστή πορεία για κάθε θνητό, για να μπορεί να εξαγνίζει την ψυχή του και αξιοποιεί σωστά τα λίγα, εβδομήντα περίπου, χρόνια της ζωής του.
Η παράδοση
Η παράδοση που κρύβεται άφθαρτη και ζωηφόρα μέσα σε κάθε γωνιά και σε κάθε πέτρα του ελληνικού χώρου, αναμένει από το σύγχρονο Ελληνα να αφουγκραστεί τους κτύπους της, που δεν σταμάτησαν αιώνες τώρα να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Η όποια έντεχνη προσπάθεια διασκέδασης και αδυνατίσματος της παράδοσης από πολυμερείς διεθνείς συνασπισμούς, πρέπει να αφυπνίσει τις πανανθρώπινες αρετές της ελληνικής σκέψης.
Αυτές τις αρετές, δυστυχώς ή ευτυχώς, κατέκλεψαν και οικειοποιήθηκαν οι ξένοι, για να κτίσουν τους ρηχούς πολιτισμούς τους, ενώ όταν τις εφαρμόζουμε εμείς, εκλαμβανόμαστε από αυτούς ως υπανάπτυκτοι, οπισθοδρομικοί και τριτοκοσμικοί.
Αυτές οι χώρες τελικά κατάφεραν ή προσπαθούν με κλεψίτυπους τρόπους και αρχές να αποτελούν τους πόλους έλξης του ενδιαφέροντος άλλων λαών και καταφύγια της παγκόσμιας κουλτούρας.
Απαιτείται, λοιπόν, οι σημερινοί νέοι να ενδιατρίβουν στις απαράμιλλες αρχαίες πνευματικές φυσιογνωμίες όπως του Σωκράτη, Θουκυδίδη, Ευριπίδη, Αριστοφάνη, Λυσία. Οι γίγαντες αυτοί αλώνιζαν στις κονίστρες της φιλοσοφίας και πρακτικής, καλλιεργώντας το σώμα και το πνεύμα, σε καιρούς που άλλοι λαοί εκρύβοντο σε σπήλαια, αποχαυνωμένοι και μαλθακοί.
Στην παράδοση υπάρχουν εναποθετημένες όλες οι υποδομές της φιλοσοφίας, ο ευρύς κόσμος της μυθολογίας, το φάσμα των γραμμάτων και τεχνών και οι μηχανισμοί του διοικείν και διοικείσθαι, που εδραιώθηκαν μέσα στις δομές της κοινωνικής συνύπαρξης.
Στην παράδοση εστιάζονται όλοι οι πατέρες των επιστημών όπως ο Πυθαγόρας, ο Αριστοτέλης, ο Αρχιμήδης, ο Ιπποκράτης και άλλοι. Το παρελθόν της ελληνικής φυλής είναι φωτιά, ήλιος, ηφαίστειο, που ανατάραξε τα λιμνάζοντα νερά του αρχαίου πνεύματος και έδιδε διεξόδους στην ανήσυχη ελληνική σκέψη.
Εκείνο που ενδείκνυται στις μέρες μας είναι να ψάξουμε να βρούμε τις αιτίες που αποκόπηκε το παρόν από το παρελθόν. Να βρούμε τους λόγους που συνέτειναν, για να προσδέσουμε το παρόν στο άρμα των ξένων πολιτισμών και ντυμένοι μασκαράδες, να κοιτάζουμε μια στην ανατολή και μια στη δύση. Ποιο φάρμακο μας έδωσαν και συνηθίσαμε, με μαύρες παρωπίδες, να ζούμε κάτω από έναν ήλιο που καίει και δύσμοιρα να ψαχουλεύουμε σε άλλους τόπους, με μικρή ηλιοφάνεια, να βρούμε φως.
Ενώ τα πρότυπα της ελληνικής παράδοσης με τη δυναμική και διαχρονική παρουσία τους, μπορούν να καθορίζουν ευγενείς στόχους και να βοηθούν στην αναβάθμιση της ποιότητας ζωής του σύγχρονου ανθρώπου.
Η πολυποικιλότητα της κυπριακής και ευρύτερα της ελληνικής φύσης, με την ιδιομορφία και τις ιδιαιτερότητές τους, συνετέλεσαν πολύ νωρίς στη διαμόρφωση, μορφοποίηση και σύνθεση της παράδοσης της φυλής. Η φύση τόσο επηρέασε και συνταυτίστηκε με το πολιτισμικό γίγνεσθαι, που η πίστη του γηγενούς πληθυσμού προς την αφέντρα γη, «ως κόκκος σινάπεως όρη μετακινούσε». Η συνεχής ενασχόληση και η συχνή επαφή με τη φύση, ο σεβασμός προς τα στοιχεία της, από το μεγάλο βράχο μέχρι το μικρό λουλουδάκι, γεμίζουν τον άνθρωπο αγάπη, ευαισθησία και φιλοκαλία. Με την επικοινωνία ανθρώπου και φύσης δημιουργείται η αμφίδρομη αλληλοεπίδραση, με αποτελέσμα την ταύτισή τους σε μια ισορροπημένη σχέση. Με την καλλιέργεια της σχέσης ανθρώπου-φύσης θεωρείται βεβαία και η επίτευξη της σχέσης ανθρώπου-ανθρώπου.
Η φύση της Κύπρου με τις εποχιακές εναλλαγές της, που τις διακρίνει το μέτρο και όχι η υπερβολή, δημιουργεί συνθήκες γλυκύτατης ροής του χρόνου, χωρίς απότομες μεταλλαγές. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, ο άνθρωπος που μελετά τη φύση είναι επόμενο να έχει ισορροπημένη εξάρτηση με τον εαυτό του και να τον διακρίνει η ευαισθησία σε κάθε βήμα της καθημερινής του ενασχόλησης. Ερμηνεία της ευαισθησίας στην πρακτική είναι η αγάπη, η κατανόηση, η λεπτότητα, η ταπεινότητα.
Είναι η στροφή του ανθρώπου προς το ωραίο, το αγνό, το ξεχωριστό και το ανώτερο.
Η κυπριακή φύση, με την ποικιλότητα των γεωμορφικών εξάρσεων και εκβαθύνσεων, με τα 1800 περίπου είδη της χλωρίδας που αντιπροσωπεύονται με αναρίθμητα άτομα φυτικής βλάστησης και με τα 400 περίπου είδη πανίδας, αποτελεί σκηνικό εξαίσιας ομορφιάς. Η χλωρίδα απλώνεται με τέχνη και εκτραχύνει σε πλάτος και ύψος την επιφάνεια της γης, ενώ οι ανώτερες μορφές της πανίδας με τις κινήσεις, μετατοπίσεις και εύηχες φωνές τους, μέσα στους φυτικούς, υδάτινους και ουράνιους ορόφους του νησιώτικου ορίζοντα, διατυμπανίζουν εμφαντικά την ύπαρξη ζωής. Εκτός από αυτά, η κυπριακή φύση, με τα διάφορα αβιοτικά στοιχεία της, όπως το νερό, το χώμα, τους βράχους, με τις ήπιες κλιματικές καταστάσεις, όπως τον ήλιο, το φως, τη βροχή, το χιόνι, με την ανοικτοσύνη της και τους μακρινούς ορίζοντες, αποτελεί ένα ουρανόσκεπο ναό, όπου οι τελετουργίες αναστηλώνουν και αναμορφώνουν τις ψυχές εκείνων που καταφέρνουν να γίνουν το συνειδητό εκκλησίασμά του. «Διδασκαλείον εστίν και παιδευτήριον των ανθρώπινων ψυχών» αναφέρει πολύ παραστατικά ο Μέγας Βασίλειος, θέλοντας να χαρακτηρίσει την ποιοτική λειτουργικότητα της φύσης. Και κάπου αλλού ο ίδιος συνδέει τον άνθρωπο με το Δημιουργό μέσα από τη φύση: «Βούλομαί σοι σφοδρότερον τῆς κτίσεως ἐνιδρυνθῆναι τὸ θαῦμα, ἵν' ὅπου περ ἂν εὑρεθῇς, καὶ ὁποίῳ δήποτε γένει τῶν φυομένων παραστῇς, ἐναργῆ λαμβάνῃς τοῦ ποιήσαντος τὴν ὑπόμνησιν». Δηλαδή «σε οποιoδήποτε φυτό σταματήσεις, να διακρίνεις μέσα από κάθε δημιούργημα, ξεκάθαρα την εικόνα του Δημιουργού». O Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει «ὅσῳπερ ἂν τῷ μεγέθει τῆς καλλονῆς τῶν κτισμάτων ἐνδιατρίψωμεν, τοσοῦτον πρὸς τὸν γενεσιουργὸν χειραγωγούμεθα». Τη σύνδεση της φύσης με το Δημιουργό και ανάμεσά τους την αναβαθμισμένη ποιότητα του ανθρώπου, εξήραν και αρκετοί επιστήμονες όπως ο Γάλλος φυσικός Ampere (1775-1836), o Γερμανός Julius Mayer (1814-1878), ο Paster, o Eddington, o Einstein και άλλοι.
Στις δικές μας μέρες, τις μέρες της αμφίβολης ευδαιμονίας, απαιτείται επιστροφή του κάθε ανθρώπου στην ποιοτική διαβίωση. Οι νέοι ρυθμοί της ζωής, οι πρωτόγνωροι τρόποι συμπεριφοράς και η ισοπέδωση των πάντων με τις παρεξηγημένες ερμαφρόδιτες «σκέψεις» (π.χ. η ευρωπαϊκή σκέψη, γιατί όχι η αμερικάνικη, η ιαπωνική, η μεσανατολική, κλπ.), όταν λειτουργούν μονόπλευρα, ελλοχεύουν σε κάθε περίσταση για να εξασθενίζουν/καταβροχθίζουν τη νεανική δυναμικότητα και να αλλοτριώνουν τη συνέχεια της πολιτιστικής σκέψης. Την καθήλωση της ανάγκης, για καλλιέργεια της ελληνικής σκέψης, μπροστά στην αναγκαιότητα της παγκοσμιότητας, επιδιώκουν ίσως κάποιοι εχθροί του ελληνικού πνεύματος, με αποτέλεσμα η ενασχόληση να περιορίζεται σε έργα κακής ποιότητας. Η αντίσταση στα ξενόφερτα ήθη και γενικά στον κίνδυνο αφομοίωσης και αλλοτρίωσης, ανάγεται σε προσπάθεια όχι μόνο διατήρησης αλλά και επιβολής/διείσδυσης της γηγενούς πολιτιστικής κουλτούρας για το καλό της ευρύτερης ανθρώπινης κοινωνίας. Η πολιτική αυτή αποτελεί την ακριβοδίκαιη και σώφρονα στρατηγική σε δυσοίωνους καιρούς.
Η κυπριακή φύση μαζί με την πλούσια παράδοση θα βοηθήσουν στον αυτοέλεγχο και στην αντίσταση ενάντια στην πεζότητα και στην υποβάθμιση της ποιότητας λόγων και έργων. Ελπιδοφόρα είναι η δήλωση της Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού σε σχετική επερώτηση στη βουλή, ότι τα μονοπάτια μελέτης της φύσης και η κυπριακή φύση στο σύνολό της, αξιοποιούνται για διδακτικούς σκοπούς από μαθητές της Κύπρου. Να υπολογίσουμε λοιπόν ότι υπάρχει διάθεση από τους επίσημους φορείς για να γίνει εκμετάλλευση των φυσικών μας πόρων όχι πια υλικά αλλά πνευματικά για καλυτέρευση της ποιότητας ζωής. Να επισημάνουμε ακόμη ότι μια μελλοντική ευαισθητοποιημένη κοινωνία που να βρίσκεται σε ψηλά επίπεδα ποιότητας, εξαρτάται από τη σωστή μεθοδολογία του παρόντος και τη δημιουργία εκείνων των προϋποθέσεων που θα καθορίζουν στόχους και οράματα, μέσα από τις εξευγενιστικές εκπομπές της φύσης και του πολιτισμού μας.
(Δημοσιεύτηκε σε δύο μέρη στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, Λευκωσία – Κύπρος. Το πρώτο μέρος δημοσιεύτηκε την Πέμπτη 6 Ιουνίου 1996, Αριθμός: 13211, σελ. 9 και το δεύτερο μέρος την Παρασκευή 7 Ιουνίου 1996, Αριθμός: 13212, σελ. 9.)
Επανειλημμένα από τις στήλες αυτές γράφτηκαν αρκετά κείμενα, είτε με εκλαϊκευμένο είτε με επιστημονικό τρόπο, που όλα τόνιζαν την αναγκαιότητα να προστατευθεί οποιαδήποτε βλαστητική μορφή φυτρώνει στον κυπριακό χώρο. Με συστηματικό τρόπο παρετίθεντο κατά κόρον μια σειρά λόγων που συνέπλεκαν, συνύφαιναν και συνεστίαζαν το σκεπτικό της ανάγκης προστασίας της κυπριακής βλάστησης γενικά και ειδικά της περιφρούρησης της ζωής των δασών μας. Η αναποτελεσματικότητα όμως της ευαισθητοποίησης στο θέμα των πυρκαγιών, μας δημιουργεί σκέψεις για παραπομπή του προβλήματος σε ειδικούς κοινωνιολόγους που πρέπει να αναλύσουν το φαινόμενο με μεθόδους της δικής τους επιστήμης. Και τούτο γιατί δεν διακαιολογείται σε μια χώρα με μικρό αριθμητικά πληθυσμό, με υψηλό επίπεδο μόρφωσης και με μια πανέμορφη υπαίθρια βλάστηση, να εμφανίζονται από την τηλεόραση άνθρωποι και να εκφράζουν, με όλη την ελαφρότητα και αφέλεια, ότι λάθεψαν με το να ανάψουν φωτιά σε σκουπίδια, που είχε αυτό ως αποτέλεσμα να κατακαεί μεγάλη έκταση περιαστικής άγριας βλάστησης. Κατ’ επέκταση μπορούμε να πούμε ότι αυτοί παραδέχονται ότι έκαναν λάθος και άναψαν φωτιά στον κάλαθο των αχρήστων, που βρισκόταν ακριβώς κάτω από τις ολομέταξες κουρτίνες της ευρωπαϊκής τους σάλας, όπου οφθαλμοφανέστατα την κοσμούσαν πανάκριβα έπιπλα και πυρόφλεκτα περσικά χαλιά. Μήπως η ενέργεια αυτή δεν εμπεριέχει την εύλογη υποψία ότι πρόκειται περί τρελού οικοδεσπότη; Αν αυτή είναι τρέλα, τι πρέπει να είναι το άναμμα φωτιάς κοντά σε άγρια βλάστηση, στις αρχές του Ιούνη, μέσα στο απομεσήμερο, σε ώρα δυνατών ανέμων και μέσα στο οξυγονούχο πράσινο παλάτι του κυπριακού περιβάλλοντος;
Είναι ανάγκη λοιπόν να αναθεωρηθεί και αποκατασταθεί η πραγματική σημασία, στη θεωρία και στην πράξη, μερικών εννοιών, όπως είναι της ευαισθητοποίησης, της πραγματογνωσίας, της ανακολουθίας και της πειστικότητας μεταξύ λόγων και έργων και όλων των άλλων που έχουν σχέση με την προστασία της φύσης, από την αδηφάγο φωτιά.
Η ευαισθησία χάριν της ευαισθησίας, ικανοποιώντας κάποιες εσωτερικές μας λεπτές επιλογές, για θέματα περιβάλλοντος, είναι επιταγή χωρίς αντίκρισμα. Η ευαισθησία στην αποδοχή σε ό,τι έχει σχέση με τη διαφύλαξη του περιβάλλοντος αποτελεί σπουδαίο χάρισμα που, είτε ως επίκτητο είτε ως κληρονομικό, παραμένει ανενεργό στοιχείο αν δεν συνοδεύεται με μεταβατικές ενέργειες που επιβεβαιώνουν και επισφραγίζουν αυτήν. Η ευαισθησία στην εικόνα ενός άρρωστου σκελετωμένου παιδιού που παρουσιάζεται στην οθόνη της τηλεόρασής μας, δεν είναι μόνο το δάκρυσμα, δεν είναι μόνο η αναφορά της φράσης «έλυσέν τον η ψυχή μου» και δεν εξαντλείται με την αποκοπή της όρεξης για λήψη του πλούσιου δείπνου μας, αλλά εκπληρώνεται με τη συνειδησιακή εξέγερση, τη γενναιόδωρη συνεισφορά μας και γενικά την ποικιλότροπη συμβολή μας για ανακούφιση του πόνου και αποκατάσταση της υγείας. Αυτή πρέπει να είναι η ορθόδοξη μεθοδολογία που αποδεικνύει απλά και έμπρακτα την ύπαρξη μιας ολοκληρωμένης ωφελιμιστικής ευαισθησίας.
Ετσι και στην περίπτωση της διαφύλαξης του βλαστητικού μανδύα της κυπριακής γης, η ευαισθητοποίηση θα πρέπει να ολοκληρώνεται έμπρακτα, ουσιαστικά και όχι με βαρύγδοπους βερμπαλισμούς. Ο ευαισθητοποιημένος πολίτης δεν είναι εκείνος που θλίβεται απλά με την ιδέα της καταστροφής της φύσης, αλλά εκείνος που συνεπαίρνεται δραστικά και επαναστατικά από τα μηνύματα της καινούργιας εποχής. Είναι εκείνος που αναβαθμίζει και εναρμονίζει ριζικά την καθημερινή συμπεριφορά του και τις συνήθειές του, με ό,τι επιτάσσει η αγάπη προς το περιβάλλον. Και η κυπριακή φύση, με τα τόσα κλιματοεδαφικά προβλήματα που την επηρέαζουν αρνητικά, έχει ανάγκη τέτοιους συνεπείς και αποτελεσματικούς φίλους.
Επομένως ας μην κοκορευόμαστε ότι ατενίζουμε την τρίτη χιλιετηρίδα από το ύψωμα της προόδου, του πολιτισμικού επιπέδου και της πνευματικής επάρκειας. Απλώς επιδεικνύουμε τους κεκονιασμένους τάφους και πορευόμαστε ανακόλουθοι, κενοί και ανούσιοι χωρίς προορισμό, επιβαίνοντες στο αερόστατο του οικονομικού θαύματος. Αρκεί πια η καπήλευση της περιβαλλοντικής συνείδησης και ας εξεγερθούμε όλοι τώρα που είναι ακόμη νωρίς, για να περισώσουμε το λιγοστό πράσινο που καλύπτει την υπαίθρια γη μας. Μετά τη διαπίστωση ότι κάθε χρόνο, παρά τις προτροπές, παρά την ούτω λεγόμενη ευαισθητοποίηση, παρά την πολιτισμένη δήθεν ευρωπαϊκή συμπεριφορά μας, οι πυρκαγιές υπαίθρου συνεχίζουν να είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο, οι ενστερνιστές της περιβαλλοντικής ιδέας πρέπει να αναθεωρήσουν τη στάση τους, τόσο απέναντι στη φύση όσο και απέναντι στον ανακόλουθο συνάνθρωπό τους.
Η επίρριψη ευθυνών κάθε φορά στις αρμόδιες Δημόσιες Υπηρεσίες και η προσπάθεια εξαγνισμού και εξιλέωσης της προσωπικής απάθειας, με την επίκληση της Πολιτείας ως υπεύθυνης εξουσίας να σταματήσει τις πυρκαγιές, δεν είναι τίποτε άλλο παρά προσπάθεια αποποίησης των δικών μας λαθών, έλλειψη ορθοκρισίας και δείκτης ανατολίτικης νοοτροπίας. Αν ο κάθε ένας αποφασίσει να μην ανάβει φωτιά και ταυτόχρονα να αποτρέπει δραστικά τους ανθρώπους του κύκλου του, αυτούς που είναι επιρρεπείς στην πυρομανία ή εκείνους που αρέσκονται να καίουν στοιχεία της φύσης ή ξένα αντικείμενα που βρίσκονται στη φύση, τότε να προσδοκούμε ότι θα σταματήσει με τον καιρό το κακό. Διαφορετικά πάντοτε θα υπάρχουν οι δυσπροσάρμοστοι, οι οποίοι ανενόχλητοι και απροσέγγιστοι θα συνεχίζουν το ανούσιο εγκληματικό έργο τους, ενάντια στο συνάνθρωπό τους, καταστρέφοντας κάθε φορά τα γεννήματα τη φύσης.
Αυτός ο φυσικός πράσινος πλούτος πάνω στον οποίο βασίζει την υγεία του ο σημερινός κόσμος, είναι απεριόριστα πυρόφλεκτος και δυστυχώς δεν μπορεί να φυλαχθεί μέσα σε ελεγχόμενα αντιπυρικά κλειστά πλαίσια. Αντίθετα είναι διασκορπισμένος άπλετα σε ανοικτούς ορίζοντες, σε ευκολοπρόσιτες περιοχές, σε απρόσιτες κακοτοπιές, σε επικλινείς γεωμορφικές εξάρσεις και σε χαώδεις χαραδρώσεις. Οι εκτάσεις πάνω στις οποίες απλώνεται η ποικιλόμορφη αυτή βλάστηση είναι ανοικτές, ασκεπείς και τρωτές σε διάφορους σταθερούς και αστάθμητους παράγοντες. Η ομορφιά της αγριότητας, η τραχύτητα της βλαστητικής σύνθεσης και το εύφλεκτο της ύλης, αποτελούν σύνηθη στοιχεία του φαινότυπου των δασών μας και αρκετών περιοχών της κυπριακής υπαίθρου. Αμέτρητα και απρόσμενα σημεία του εδάφους είναι υποψήφια για να επιδεχθούν την πρώτη φλόγα και από αυτά να ξεχυθούν χιλιάδες άλλες φλόγες σκορπώντας παντού την καταστροφή. Να μην ξεχνούμε ότι πάντα η πρώτη φλόγα εναποτίθεται στο έδαφος από χέρι ανθρώπου. Επομένως ας «κόψουμε» αυτό το χέρι για να αποτρέψουμε μια για πάντα αυτές τις τεράστιες οικολογικές καταστροφές.
Επισημαίνεται ότι σε άλλες χώρες, για να προφυλαχθεί η ακεραιότητα των δασών τους, έχουν να αντιμετωπίσουν, μαζί με τη φωτιά, πολλούς άλλους εχθρούς όπως π.χ. την όξινη βροχή, τις διάφορες ασθένειες, τα βιομηχανικά αιωρήματα, τη ληστρική εκμετάλλευση, τους κεραυνούς κλπ. Εμείς εδώ, έχοντας να αντιμετωπίσουμε μόνο ένα, τη φωτιά και αυτήν μέσα σε μια μικρή έκταση 9251 τετρ. χιλιομέτρων, δυστυχώς δεν καταφέραμε ακόμη να ξεφύγουμε από τα στερεότυπα ανακοινωθέντα για τους συντελεστές της καταστολής και από τις καθιερωμένες διαδικασίες άκαρπων ερευνών. Και ο δράστης παραμένει ανενόχλητος, ανεξακρίβωτος και απροσέγγιστος να συνεστιάζεται στο καφενείο της γειτονιάς, στην πόλη ή στο χωριό, με ευαισθητοποιημένους κατά τα άλλα πολίτες και να συμμετέχει με ελαφρά τη καρδία στα κοινά του τόπου. Η ατομική προσέγγιση δυστυχώς πραγματοποιείται μόνο όταν απαιτείται η ψηφοαπόσπαση στις διάφορες εκλογές και όχι όταν ενδείκνυται η ενημέρωση και η προσωπική πειθώ, που αποβλέπουν στην ποιότητα ζωής και στην προστασία του χώρου όπου ζούμε.
Είμαστε μικρός τόπος και ο κάθε ένας γνωρίζει τους ανθρώπους εκείνους που έχουν «πυρομανή χέρια». Οι ευαισθητοποιημένοι πολίτες των αστικών κέντρων και του κάθε χωριού θα πρέπει να αποτελούν το κλειδί της πυρασφάλειας του πράσινου περιβάλλοντος που περιβάλλει τόσο εμφαντικά τις οικιστικές τους μονάδες. Αυτοί σαν καταλύτης μπορούν να μετατρέπουν την αμέλεια σε επιμέλεια, την αδιαφορία σε ευαισθησία και την πυρομανία σε πυροπροστασία. Πέρα από αυτό, μπορούν να αλλάξουν τη νοοτροπία και να αξιοποιήσουν το φιλότιμο των ανθρώπων εκείνων που η τύχη και οι δύσκολες εποχές, τους κράτησαν αμαθείς και ανεπίδεκτους μάθησης και αποξενωμένους από τα περιβαλλοντικά μηνύματα της σύγχρονης εποχής.
Η πράσινη βιομηχανία που είναι εγκατεστημένη στα κυπριακά χώματα και παράγει οξυγόνο, προσφέρει θέαση, εξυγιαίνει την ατμόσφαιρα και τόσα άλλα, πρωτογενή και δευτερογενή προϊόντα, είναι εγγεγραμμένη ως Δημόσια Εταιρεία με μετόχους όλους τους κατοίκους. Τα προϊόντα της είναι είδη πρώτης ανάγκης και παρέχονται δωρεάν, κάτι που είναι σπάνιο σήμερα. Επομένως για τη διαφύλαξη των μηχανισμών λειτουργίας της και για την περιφρούρηση της οντότητάς της, έχουν κάθε λόγο, κάθε δικαίωμα και απεριόριστη ευθύνη όλοι οι πολίτες αυτού του τόπου.
(Δημοσιεύτηκε την Τρίτη 9 Ιουλίου 1996 στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, Αριθμός: 13244, Λευκωσία – Κύπρος, σελ. 9.)
Διασχίζοντας το ολοπράσινο περιβάλλον της Σουηδίας και ύστερα τις επιβλητικές ορογραφικές εξάρσεις της Νορβηγίας, με κυρίαρχα στοιχεία τη βλάστηση και το νερό, μεμψιμοιρούσα ενδόμυχα για τον δικό μας «μίζερο» τόπο. Άθελα και στιγμιαία συναισθήματα, που είναι φυσικό να καταλαμβάνουν οποιονδήποτε επισκέπτεται αυτούς τους εντυπωσιακούς χώρους, με έκαναν να εκφράζω πικρόχολα σχόλια για το δικό μας ξηρό και άχαρο περιβάλλον.
Είναι αλήθεια ότι η φύση σ’ αυτές τις χώρες προικίστηκε απλόχερα, αφειδώλευτα και εμφαντικά με φυσικά στοιχεία, όπως είναι η πυκνή βλάστηση, το συνεχές πράσινο, οι βουνίσιες εξάρσεις, οι βαθιές κοιλάδες και το νερό που εμφανίζεται σ’ όλες του τις μορφές. Ασυγκράτητα, λοιπόν, ο κάθε επισκέπτης, που προέρχεται από τη μεσογειακή ζώνη, συγκρίνει τους ποταμούς και τους καταρράκτες αυτών των χωρών, με τους ξεροπόταμους και το λιγοστό δείγμα νερού στο βάθος μιας διάτρησης. συγκρίνει τα ξεροπήγαδά μας με τις αναρίθμητες λίμνες και γελάει με την τελετουργία των ραβδοσκόπων, που δημιουργούν ελπίδες και απογοητεύσεις. Ασυγκράτητα συγκρίνονται τα πυκνά δάση, τα ολοπράσινα γρασίδια με τις τούφες πουρναριών, τις λόχμες των δέντρων και τις αιτίες και τα αιτιατά του φαινοτύπου κάθε φανταστικού τοπίου. Είδη δέντρων, θάμνων, δομή, πυκνότητα, ποικιλότητα, ανάπτυξη, έδαφος, ανεμορριψίες, πετρώματα, μέθοδοι υλοτομιών, ρόλος του νερού, του εδάφους, του ήλιου, του φωτός και άλλα πολλά.
Επιστρέφοντας όμως στην ξέρα της δική μας πατρίδας, θυμήθηκα τον στίχο του Κάλβου στο ανεπανάληπτο ποίημά του «Ο Φιλόπατρις»: «… Ωραία και μόνη η Ζάκυνθος με κυριεύει…». Διείδα τη ζωτικότητα της γης και την αστείρευτη δυναμικότητά της, που αιώνες τώρα ξεγεννά βλάστηση και παραμένει καρπερή παρά τις καταπονήσεις που δέχεται τόσο από τον άνθρωπο όσο και από τις κλιματοεδαφικές συνθήκες. Μια έξαρση ζωής που ολοκληρώνει συνέχεια κύκλους. Μια έντονη κινητικότητα που οφείλεται στον ήλιο και το πλούσιο μεσογειακό φως. Δεν είναι τυχαίο που μόνο στις μεσογειακές χώρες δημιουργήθηκαν οι πρώτοι πολιτισμοί, όπου οι κάτοικοί τους απέδωσαν, εξωτερίκευσαν και εξέφρασαν, κατά τον καλύτερο τρόπο και μεγαλύτερο βαθμό, τη δυναμικότητα της ψυχής και του πνεύματός τους. Αυτή η ψυχή και αυτό το πνεύμα που διαχρονικά δημιούργησε ένα πολυδιάστατο πολιτισμό και καθόρισε τις τύχες των άλλων λαών.
Άνθρωπος - περιβάλλον
Το περιβάλλον λοιπόν, δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μονόπλευρα, μεμονωμένα και στιγμιαία. Ένα τέτοιο περιβάλλον μπορούν άριστα να αποδώσουν και οι φωτογραφίες. Η αξία του περιβάλλοντος κρίνεται μαζί με τ’ άλλα, από τη μακρόχρονη επίδραση που μπορεί να έχει σε μόνιμους αποδέκτες, όπως είναι ο άνθρωπος. Όσο το περιβάλλον πιο έντονα μεταβλητό είναι, καθοριζόμενο από τις χημικές και φυσικές διεργασίες μέσα στις τοπικές κλιματοεδαφικές συνθήκες, τόσο έντονα υποβάλλει τον ανθρώπινο χαρακτήρα στην εγρήγορση και την εξωτερίκευση ενέργειας που μετατρέπεται σε παραγωγικό έργο. Ένα τέτοιο περιβάλλον είναι και αυτό που πλανιέται στους δικούς μας εναέριους, εδαφικούς και υγρούς ορίζοντες του δικού μας τόπου.
Είναι αλήθεια ότι το πράσινο φτάνει και περισσεύει στις χώρες της Σκανδιναβίας. Ένα πράσινο που σαν τραχύ και πυκνόπλεχτο χαλί καλύπτει από άκρη σε άκρη τη γη και που δεν αφήνει τίποτε ακάλυπτο, ακόμη και αυτές τις στέγες των σπιτιών. Αυτό το πράσινο χαλί σύγκειται από διάφορα κωνοφόρα και άλλα πλατύφυλλα.
Όπως πεύκα, έλατα, βαλανιδιές, φιλύρες, σφενδάμνους, ιτιές, φτελιές, λεπτοκαρυές και άλλα. Όπου δεν υπάρχει ψηλή βλάστηση, υπάρχει το χορτάρι που παραστατικά και επιδεικτικά σφιχτοδένεται με την κάθε σπιθαμή γης. Αυτή η πληθωρική βλάστηση σε περισσότερες περιπτώσεις ορθώνεται στις ράχες συμπαγών γρανιτένιων πετρωμάτων. Αρκείται σε λίγο χώμα όπου εκεί βρίσκει τα αναγκαία θρεπτικά εδαφικά στοιχεία και απολαμβάνει με άνεση το νερό που πλουσιοπάροχα και συνέχεια βρίσκεται στη διάθεσή της.
Οι ρίζες των δέντρων δικτυώνονται επιφανειακά μέσα στο αβαθές έδαφος και αναγκάζονται να περιφέρονται γύρω από τα πρεμνορίζια, σχηματίζοντας επιπόλαια και ανασφαλή στηρίγματα για την υπέργεια κορμοφυτομάζα.
Από αυτή τη βιολογική ισορροπία φαίνεται πόσο μεγάλο ρόλο και πόση σπουδαιότητα παίζει η ποσότητα, η κατανομή και η συχνότητα των όμβριων νερών, σε αντίθεση με το αβαθές του εδάφους, αλλά και πόσο κρίσιμα εξαρτάται η βλάστηση από ένα και μόνο στοιχείο, στην περίπτωση αυτή το νερό.
Η συνεχής ομοιομορφία του χρώματος που μονοπωλιακά καλύπτει τη γη αυτών των χωρών ενθουσιάζει τον εφήμερο επισκέπτη, γιατί το τοπίο αυτό αποτελεί την ιδεατή εικόνα που ο ίδιος στερείται στη δική του πατρίδα. Απεναντίας, στον ντόπιο δημιουργεί καταπιεστικά συναισθήματα, γιατί είναι αναγκασμένος να βλέπει συνέχεια τις μονότονες αυτές εικόνες, χωρίς την ελπίδα της εναλλαγής των στοιχείων της φύσης. Η μονοτονία των εικόνων δημιουργεί νηνεμία στη σκέψη και απραγματοσύνη, που επιδρούν στον χαρακτήρα των κατοίκων, καθορίζοντας έτσι έναν συγκεκριμένο πάγιο τρόπο ζωής.
Το περιβάλλον της Κύπρου, σε σύγκριση με αυτό των πιο πάνω χωρών, είναι τελείως διαφορετικό. Στο δικό μας περιβάλλον «τα πάντα ρει». Ο κάτοικος συμβαδίζει με την εναλλαγή των εποχών που μεταλλάσσουν στο πέρασμά τους το καθετί. Η αέναη αυτή ροή διαφορετικών εικόνων, που εμφανίζονται στο κυπριακό περιβάλλον, αποτελεί τον σπουδαιότερο παράγοντα που επιδρά στον χαρακτήρα, καθορίζοντας τη συνεχή εγρήγορση, το ανήσυχο του πνεύματος και τη χαρά της αλλαγής.
Η βλάστηση της Κύπρου
Η βλάστηση της Κύπρου, όπου υπάρχει, είναι εγκλιματισμένη να αντέχει στις αντίξοες κλιματοεδαφικές συνθήκες. Οι ρίζες, επειδή δεν βρίσκουν υγρασία στα ανώτερα στρώματα του εδάφους, αναγκάζονται να διεισδύουν στα βάθη της γης και με αυτό τον τρόπο προσφέρουν στην υπέργεια κορμοφυτομάζα άριστη μηχανική στήριξη. Η βιολογική αυτή συμπεριφορά της βλάστησης δημιουργεί και τις προϋποθέσεις για αντοχή και επιβίωση, τόσο σε χρόνους ανομβρίας και ξηρασίας όσο και σε περιόδους ισχυρών ανέμων. Η έλλειψη νερού αναγκάζει ακόμη τα είδη των φυτών να αναπτύσσουν ειδικούς μηχανισμούς που καθορίζουν συγκεκριμένες στρατηγικές επιβίωσης. Ενώ από την άλλη πλευρά, το πλούσιο φως και ο απέραντος ήλιος συμβάλλουν ανεμπόδιστα στη φωτοσύνθεση, με αποτέλεσμα τη θεαματική αύξηση της φυτομάζας πολλών ειδών φυτών.
Η διαφορετικότητα του τοπίου, η ποικιλότητα της βλάστησης και η συγκεκριμενοποίηση των εποχών αποτελούν τις παραμέτρους της εξαίσιας ομορφιάς του κυπριακού περιβάλλοντος. Γυμνά ξέφωτα, βραχώδεις περιοχές, βλαστοκαλυμμένοι χώροι, χρυσαφένιοι αγροί, χώμα ζεστό, λιοπύρι, ιδρώτας και μαγεμένα δειλινά. Ύστερα, χορταριασμένα ξέφωτα, βρεγμένοι βράχοι, παντοειδή σύννεφα που ταξιδεύουν, αρωματισμένο χώμα, φως και ήλιος. Και μετά, στο τοπίο παρατηρούνται λουλουδιασμένα ξέφωτα, πολύχρωμοι αγροί, χώμα που ξεγεννάει τους άπειρους σπόρους, ανοιξιάτικος ήλιος και όμορφες χρυσαυγές.
Αυτή είναι η πατρίδα μας. Η πατρίδα των άπειρων χρωμάτων και της αλλαγής. Η πατρίδα του ήλιου και του φωτός. Οποιαδήποτε σύγκριση της χώρας μας με άλλες πολιτείες, που επισκεπτόμαστε περιοδικά και παροδικά, αποτελεί χρυσή ευκαιρία για να εξερευνούμε καλύτερα τον τόπο μας και να κουρνιάζουμε με ασφάλεια στις δικές μας γνώριμες γωνιές.
(Δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 1996 στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, Αριθμός: 13380, Λευκωσία – Κύπρος, σελ. 8. Αναδημοσιεύτηκε υπό τον τίτλο «… Ωραία και μόνη «η Κύπρος» με κυριεύει…» στο έργο Νεοκλέους, Μάριος (2013). Διαδρομές στη δασόεσσα γη. Αθήνα – Ελλάδα: Εκδόσεις Οσελότος, σελ. 24-28.)
Η συρρίκνωση των ορίων όπου εξαπλώνεται κάποιο είδος της έμβιας ζωής πάνω στον πλανήτη μας, ως και η σταδιακή εξαφάνισή του, αποτελεί ύψιστο θέμα που χρειάζεται επιστημονική διερεύνηση και ακολούθως υιοθέτηση εκείνων των μέτρων που θα αποβλέπουν στην αποτελεσματική προστασία του. Η αγάπη προς τη φύση, δηλαδή προς τα στοιχεία της, περισσότερο προς τα έμβια όντα που τη συνθέτουν, αποτελεί την ουσιαστικότερη εκδήλωση της ανθρώπινης ευαισθησίας. Οι αποδέκτες, όμως, αυτής της αγάπης, πρέπει να ιεραρχηθούν σε μια σειρά ενοτήτων, ανάλογα με τις υφιστάμενες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες και απαιτήσεις του τόπου και να μην ακολουθείται ισοπεδωτική πολιτική ή μεροληπτική αντιμετώπιση στη γενικότερη προσπάθεια για προστασία του περιβάλλοντος. Τα αβιοτικά στοιχεία της φύσης, όπως είναι το νερό, το χώμα, οι βράχοι κλπ., είναι λογικό, σε δεδομένη εποχή, να έχουν μικρότερη σημασία και να απαιτούν λιγότερη προσοχή παρά τα βιοτικά, όπως είναι τα είδη του φυτικού και ζωικού βασιλείου. Μεταξύ των όντων της τελευταίας κατηγορίας, ο άρχων αυτής —όπως βέβαια και απάντων που συνυπάρχουν στον πλανήτη μας— είναι αδιαμφισβήτητα ο άνθρωπος.
Η ανθρωποκεντρική φιλοσοφική αντιμετώπιση της ζωής ενέχει την αναγκαιότητα προστασίας του ανθρώπινου είδους, τόσο ως έμβιου στοιχείου, όσο και ως μοναδικού ανώτατου αποδέκτη των ωφελημάτων που εκπέμπονται από τα δημιουργήματα επί της γης.
Επομένως, προέχει πέραν από οποιαδήποτε σκέψη ή ενέργεια, ο άνθρωπος, μέσα από τις περιβαλλοντικές του επιλογές, να ενδιαφέρεται πρώτιστα για τη διάσωση, προστασία και συντήρηση του ενδημικού ανθρώπινου είδους του γηγενούς πληθυσμού. Επειδή ο άνθρωπος αποτελεί πολυδιάστατη δυναμική οντότητα, σώμα, πνεύμα, ψυχή που δημιουργεί ιστορία και πολιτισμό σε συγκεκριμένους χώρους, όταν γίνεται λόγος για προστασία του, πρέπει να συνυπολογίζονται προσεκτικά πολλοί και διάφοροι παράμετροι. Την προστασία και διαφύλαξη της βιολογικής του οντότητας, την περιφρούρηση του εσωτερικού του κόσμου, την προάσπιση του ζωτικού χώρου όπου αυτός κινείται και τη διαφύλαξη της ιστορίας και του πολιτισμού του. Σε περιόδους που το ανθρώπινο είδος κινδυνεύει να εξαφανιστεί, είναι παραλογισμός, αντίφαση και γελοίο να γίνεται λόγος και αγώνας για προστασία του φυτού ή του ζώου και του οικοτόπου τους και να παρασιωπείται ο κίνδυνος εξάλειψης του ανθρώπου και του οίκου του —δηλαδή της ιδιαίτερης πατρίδας του.
Στην Κύπρο
Στην Κύπρο ένας φοβερός και αδυσώπητος κίνδυνος —ο Τούρκος κατακτητής— άρχισε, πριν είκοσι τρία περίπου χρόνια, να εκδιώκει τον άνθρωπο από τον βιότοπό του και να καταστρέφει την ισορροπία της κατεχόμενης περιοχής. Το υπό εξάλειψη ανθρώπινο αυτό είδος υπάγεται στην οικογένεια του Ελληνισμού και αποτελεί ένα εξαίσιο ενδημικό, αυτοφυές του παραπενταδακτύλιου και μεσαορίτικου οικοσυστήματος. Μαζί με τη σταδιακή εξαφάνιση του είδους αυτού, καταστρέφεται εκ θεμελίων και ο οικότοπός του, εκεί όπου ήταν εγκλιματισμένο να επιβιώνει, ισορροπημένο και αδιατάρακτο, τόσους αιώνες.
Η ευαισθησία, είτε των οργανωμένων ομάδων, είτε των μεμονωμένων ατόμων στα διάφορα περιβαλλοντικά προβλήματα που αναφύονται στον χώρο μας, είναι ευπρόσδεκτη και πρέπει να πούμε ότι σε πολλές περιπτώσεις αποδείχθηκε αποτελεσματική. Ειδικά, η παρέμβαση αυτή αποβαίνει καίρια στις περιπτώσεις εκείνες που απειλείται η αλλοίωση και η υποβάθμιση του τοπίου και κινδυνεύουν να εξαφανιστούν είδη της πανίδας και της χλωρίδας μας, όπως π.χ. είναι η χελώνα της Λάρας (Careta careta), το αγρινό (Ovis gmelini ophion) και τα δεκαεννιά ενδημικά φυτά που είναι σπάνια και περιλαμβάνονται στον πίνακα 1 της ευρωπαϊκής σύμβασης της Βέρνης, χαρακτηριζόμενα ως αυστηρά προστατευόμενα.
Η δύναμη της ενεργητικότητας των περιβαλλοντιστών και των άλλων ευαισθητοποιημένων ατόμων δεν πρέπει να εξαντλείται με την προστασία μόνο των άψυχων όντων και του χώρου τους. Αλλά να επεκτείνεται και στη διαφύλαξη της πατρίδας, ως ανεπανάληπτου βιότοπου και στην προστασία αυτού του ίδιου του ανθρώπου —του εγκλωβισμένου— που είναι ο κύριος και ο τελευταίος αποδέκτης όλων των εκδηλώσεων της φύσης.
Το αμείωτο ενδιαφέρον για το υποδεέστερο, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη και το τελειότερο ή ουσιαστικότερο, φανερώνει πρόβλημα στην ιεράρχηση θεμάτων και επιπόλαιη αντιμετώπιση καταστάσεων. Όπως δεν είναι δυνατόν, σε μια σεισμόπληκτη περιοχή, να ενδιαφερόμαστε για το σχέδιο και το είδος των κεραμιδιών στη στέγη του σπιτιού και να αδιαφορούμε για την ποιότητα και ποσότητα του σίδερου στις αναγκαίους δοκούς, έτσι και στην περίπτωση αυτή, δεν είναι σοφό να εγκαταλείπουμε το μείζον και να ενδιατρίβουμε στο έλασσον. Και μάλιστα σε καιρούς που το έλασσον εξαρτάται από την επιβίωση του μείζονος.
Επομένως, αυτή την εποχή που η πατρίδα κινδυνεύει και οι εγκλωβισμένοι στις κατεχόμενες περιοχές μειώνονται δραματικά οσημέραι, πρώτιστος στόχος όλων και των περιβαλλοντικών συνδέσμων είναι η προστασία τόσο του ανθρώπινου είδους των Καρπασιτών, των Κερυνειωτών και άλλων, όσο και του βιοτόπου τους που αλλοτριώνεται και υποβαθμίζεται εργολαβικά. Αυτά τα θέματα δεν παύουν να είναι άκρως περιβαλλοντικά, άσχετα αν εμπίπτουν και σε οποιεσδήποτε άλλες διαστάσεις.
Το ανθρώπινο είδος είναι καταφανώς ανώτερο από τη χελώνα και το αγρινό, χωρίς βέβαια να υπονοώ ότι πρέπει να εγκαταλείπεται ο αγώνας και γι’ αυτά τα υποδεέστερα είδη.
Η υπερβολή, όμως, στα υποδεέστερα και η αδιαφορία ή η σκιώδης μέριμνα για τα κύρια, ενέχει σύγχυση στις προτεραιότητες και λάθος αντίληψη των μηνυμάτων της δύσκολης εποχής που περνά η Κύπρος.
Η συμπαράσταση της διεθνούς περιβαλλοντικής φωνής στην αναγκαιότητα προστασίας και διατήρησης του ανθρώπινου είδους στην κυπριακή επικράτεια αποτελεί εποικοδομητική ενέργεια μαζί με όλες τις άλλες που γίνονται.
Το γνωστό σε μας πια πλοίο της πράσινης ειρήνης (Green Peace) ας προσαράξει στο λιμάνι της Κερύνειας ή της Αμμοχώστου και οι φίλοι μαχητές ας αλυσοδεθούν στο κάστρο της πόλης ή στο χαλασμένο μαντρότοιχο του μικρού εγκλωβισμένου χωριού της Καρπασίας.
Ας δείξουν ότι έχουν τη διάθεση να προασπίσουν και να διατηρήσουν στη ζωή τα ανώτερα είδη του ζωικού βασιλείου και τον οικότοπό τους, εκεί όπου αιώνες τώρα αναδύονται από την ιστορία των μνημείων της αγιασμένης τους γης. Τα είδη αυτά ήταν βαθιά ριζωμένα στον τόπο τους σαν κέδροι, που διαμόρφωναν ξεχωριστές συνήθειες και ιδιαιτερότητες μέσα στον δικό τους βιότοπο, πράγμα που τα καθιστούσε ξεχωριστά και σπάνια στο γήινο φυσικό βασίλειο. Η χειρότερη καταστροφή που γίνεται σε κάποιο είδος δέντρου είναι να εκσκαφθούν και να καταστραφούν οι ρίζες του.
Ουδέποτε θα αναβλέψει, γιατί θα σταματήσει να αντλεί ζωή από τα αποθέματα των αποθησαυριστικών ουσιών που βρίσκονται στα πρεμνά και στις βαθιές ρίζες του. Κάτι παρόμοιο γίνεται και στις οικογένειες των εγκλωβισμένων.
Προσπάθεια καταστροφής εκ βάθρων του βιοτόπου τους και εισαγωγή άλλων ξενικών ειδών, που αλλοιώνουν δραματικά τη φυσιογνωμία του εκεί περιβάλλοντος και καταστρέφουν την ισορροπία του σκλαβωμένου οικοσυστήματος.
Το ανθρώπινο είδος των εγκλωβισμένων πρέπει να προστατευτεί με ευρωπαϊκές συμβάσεις τύπου Βέρνης και οι ευαισθητοποιημένοι σε περιβαλλοντικά θέματα κάτοικοι της Κύπρου, μαζί με τα βιοτικά και αβιοτικά στοιχεία, τις χελώνες, τον Ακάμα, την πανίδα, τη χλωρίδα και τις πέτρες, καλό είναι να συμπεριλαμβάνουν στα προγράμματά τους και το πιο πάνω λογικό ον, τον κυρίαρχο αφέντη της άλογης φύσης.
Τότε και μόνο, οι περιβαλλοντικές εκδηλώσεις μας δεν θα αποτελούν αντίφαση στην ωμή πραγματικότητα που περιφέρεται σαν Λερναία Ύδρα γύρω μας.
Η προστασία της βιολογικής ζωής, της ψυχής, του οίκου και των έργων του ανθρώπου έχει μεγαλύτερη σημασία από τη διάσωση των επί μέρους άψυχων δημιουργημάτων της φύσης.
(Δημοσιεύτηκε σε δύο μέρη στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, Λευκωσία – Κύπρος. Το πρώτο μέρος δημοσιεύτηκε την Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 1997, Αριθμός: 13469, σελ. 9 και το δεύτερο μέρος την Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 1997, Αριθμός: 13470, σελ. 9. Αναδημοσιεύτηκε υπό τον τίτλο Διάσωση ενός σπάνιου ενδημικού είδους στο έργο Νεοκλέους, Μάριος (2013). Διαδρομές στη δασόεσσα γη. Αθήνα – Ελλάδα: Εκδόσεις Οσελότος, σελ. 286-290.)